Όταν η Αυστραλία ήταν ενωμένη με τη Νέα Γουινέα

Η περιοχή Sahul
Όταν η Αυστραλία ήταν ενωμένη με τη Νέα Γουινέα
Ανασκαφές στα δυτικά υψίπεδα της Παπούα-Νέα Γουινέα, έχουν φέρει στο φως τα παλαιότερα τεκμηριωμένα στοιχεία των κατοίκων της Sahul, μια λωρίδα στεριάς που κάποτε ένωνε το νησί με την Αυστραλία. Λίθινα εργαλεία και απομεινάρια φυτών δείχνουν ότι, ήδη πριν από 49.000 χρόνια οι άνθρωποι ζούσαν 2.000 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας σε στην κοιλάδα Ivane τη Παπούα-Νέα Γουινέας, αναφέρει ο αρχαιολόγος Glenn Summerhayes και οι συνεργάτες του από το πανεπιστήμιο του Otago στο Dunedin της Νέας Ζηλανδίας.
Πριν από περίπου 50.000 χρόνια, οι σύγχρονοι άνθρωποι κατέλαβαν πεδινά τροπικά δάση και σαβάνες της χερσαίας λωρίδας στη νοτιοανατολική Ασία που είναι γνωστό ως Sunda. Από εκεί πέρασαν τον ανοικτό ωκεανό προς τη Sahul, πιθανώς με κάποιου είδους βάρκα. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας που χώρισε την Παπούα-Νέα Γουινέα από Αυστραλία έγινε πριν από περίπου 10.000 χρόνια. Πολλοί ερευνητές υποθέτουν πως οι σύγχρονοι άνθρωποι εξαπλώθηκαν στην Sahul από την Αφρική κατά μήκος της ακτής προτιμώντας να ζουν σε χαμηλά υψόμετρα. Αυτή η υπόθεση καταρρίπτεται με τα νέα δεδομένα (Διπλανή εικόνα: Μετά τη διέλευση της θάλασσας από τη νοτιοανατολική Ασία, στη Νέα Γουϊνέα, οι άνθρωποι έφθασαν στα υψίπεδα της κοιλάδας Ivane μεταξύ 49.000 και 43.000 χρόνια πριν, αποτελώντας τους πρώτους κατοίκους της λωρίδας στεριάς Sahul που τότε συνδεόταν με την Αυστραλία). Λίγο μετά την άφιξη στις ακτές της Sahul, οι επικεφαλής των εποίκων οδήγησαν τους πληθυσμούς στα υψίπεδα της κοιλάδας Ivane, όπου υπήρχε καθαρός αέρας, χαμηλές θερμοκρασίες και σκληροτράχηλοι οικότοποι, καταλήγουν οι επιστήμονες στα συμπεράσματα της εργασίας τους που δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση Science της 1ης Οκτωβρίου 2010 (Human Adaptation and Plant Use in Highland New Guinea 49,000 to 44,000 Years Ago).
«Η πρώιμη εποίκιση τέτοιων δυσμενών περιβαλλόντων συμβάλλει σε ένα μοντέλο στο οποίο μικροί πληθυσμοί σε αναζήτηση τροφής κινήθηκαν στις περιοχές της Sahul, εποικίζοντας νέες περιοχές και στη συνέχεια επέστρεφαν πίσω από όπου είχαν ξεκινήσει την αναζήτησή τους», αναφέρει ο Summerhayes. «Παρά τις προκλήσεις στα μεγάλα ύψη, οι προϊστορικοί άνθρωποι είχαν την ευφυΐα για να επιβιώσουν», αναφέρει ο αρχαιολόγος Chris Gosden του Βρετανικού πανεπιστημίου της Οξφόρδης σε ένα σχόλιο που δημοσιεύθηκε στο ίδιο τεύχος του Science (When Humans Arrived in the New Guinea Highlands). «Διέθεταν κρίσιμης σημασίας δεξιότητες επιβίωσης στο πνευματικό τους οπλοστάσιο, συμπεριλαμβανομένων της ικανότητας να θυμούνται περίπλοκες ταξιδιωτικές διαδρομές και τον εντοπισμό ενδεχομένως βρώσιμων και πιθανώς θανατηφόρων φυτών», καταλήγει ο Gosden. Ο εποικισμός των νότιων καθώς και των βόρειων περιοχών της Sahul συνέβη λίγο μετά τα 50.000 χρόνια από σήμερα, όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Matthew Spriggs του Αυστραλιανού εθνικού πανεπιστημίου στην Canberra. «Η ανακάλυψη των οικισμών των πρώτων ανθρώπων είναι σαν να ψάχνεις ψύλλο στα άχυρα αλλά οι άνθρωποι της βόρειας Sahul μπορεί να είχαν περπατήσει προς και από αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως την Αυστραλία», καταλήγει.
Προηγούμενες εκθέσεις ότι οι άνθρωποι έφθασαν στη βόρεια Αυστραλία τουλάχιστον 60.000 χρόνια πριν, με βάση τις μετρήσεις της ακτινοβολίας σε ένα θαμμένο τεχνούργημα, προσεγγίζονται με σκεπτικισμό λόγω της πιθανής μετατόπισης των στρωμάτων και διαφόρων έργων κατά την πάροδο του χρόνου. Προηγούμενη έρευνα για την Παπούα-Νέα Γουινέα, που πραγματοποιήθηκε από τον Summerhayes και τους συνεργάτες του, έχει εντοπίσει ανθρώπινες δραστηριότητες ηλικίας περίπου 41.000 χρόνια κατά μήκος της ακτής και σε περιοχή της κοιλάδας Ivane. Το 2007 και το 2008, η ερευνητική ομάδα του Summerhayes βρήκε επτά αρχαία καταυλισμούς στα υψίπεδα. Μετρήσεις ραδιοχρονολόγησης του ξυλάνθρακα από μία περιοχή, τη Vilakuav, την τοποθετούν μεταξύ 49.000 και 43.000 ετών. Άλλες τοποθεσίες χρονολογούνται μεταξύ 41.400 και 26.000 χρόνια πριν. «Κάθε καταυλισμός ανέδειξε διαφορετικά λίθινα εργαλεία. Οι ερευνητές βρήκαν αιχμηρά εργαλεία με εσοχή στη μέση (γνωστά ως μεσάτα τσεκούρια), σε τέσσερις τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένων και της Vilakuav.
Μεσάτα τσεκούριαΉδη γνωστά από την Ύστερη Λίθινη Εποχή στην Παπούα-Νέα Γουινέα, τα μεσάτα τσεκούρια χρησιμοποιήθηκαν για τον καθαρισμό των δέντρων και τη δημιουργία ξέφωτων στο δάσος, έτσι ώστε βρώσιμα και φαρμακευτικά φυτά να αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς», προτείνει ο Summerhayes (Διπλανή εικόνα: Μεσάτα τσεκούρια, όπως αυτό το δείγμα φαίνεται από τρεις οπτικές γωνίες, που προφανώς χρησιμοποιήθηκαν για τον καθαρισμό των δέντρων και τη δημιουργία ξέφωτων στο δάσος). Οι άποικοι της Sahul έφτιαχναν λίθινα εργαλεία, όπου και αν έμεναν. Μεταξύ των ευρημάτων περιλαμβάνονται μεγάλες πέτρες από τις οποίες είχαν αφαιρεθεί αιχμηρές νιφάδες καθώς και θραύσματα πετρωμάτων που παράγονταν κατά τη διάρκεια της κατασκευής εργαλείων. «Σπόροι αμύλου που βρέθηκαν σε διάφορα λίθινα εργαλεία προέρχονταν από γλυκοπατάτες, τρόφιμα που πρέπει να έχουν συγκεντρωθεί από την περιοχή φυσικής κατανομής τους στο χαμηλότερο ύψος», λένε οι ερευνητές.
Απανθρακωμένα κελύφη καρπών από δέντρα μεγάλων υψομέτρων, όπως τα Pandanus, εμφανίστηκαν στη Vilakuav και σε τρεις άλλες περιοχές. Οι αρχαίοι έποικοι έτρωγαν αυτούς τους καρπούς και πιθανώς ένα φρούτο σαν ανανά που φύεται στα δέντρα Pandanus, υποψιάζονται οι επιστήμονες. Οι ανασκαφές στη Vilakuav εντόπισαν επίσης καμένα θραύσματα ζωικών οστών, αγνώστων λοιπών στοιχείων, που είχαν κυνηγηθεί κατά την άποψή του Summerhayes. Μεταξύ των πιθανών θηραμάτων ίσως περιλαμβάνονταν ζώα που εξακολουθούν να υπάρχουν στην περιοχή, όπως οπόσσουμ, καγκουρό των δέντρων, νυχτερίδες, βάτραχοι, μυρμηγκοφάγοι, σαύρες, φίδια και πουλιά. Η γεωργία στο υψίπεδα της Παπούα-Νέα Γουινέας ξεκίνησε περίπου πριν από 9.000 χρόνια.http://www.sciencenews.gr/

Η λίστα ιστολογίων μου