Το μεγάλο όχι και το μεγάλο ρίσκο του Σαμαρά .Τάσος Παππάς

Όλη η φιλολογία περί συναίνεσης που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα έχει έναν αποδέκτη: τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αντ. Σαμαρά. Όταν ο πρωθυπουργός μιλά για συναίνεση εννοεί τη Νέα Δημοκρατία. Όταν οι εταίροι πιέζουν για να προκύψει συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων γύρω από το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, στο μυαλό τους έχουν μόνο τον Αντ. Σαμαρά.
Ουδείς, εντός και εκτός Ελλάδος, πιστεύει ότι είναι δυνατόν να βάλουν πλάτη τα κόμματα της Αριστεράς, ενώ  η διαθεσιμότητα μικρότερων σχηματισμών, όπως είναι ο ΛΑΟΣ και η Δημοκρατική Συμμαχία είναι βεβαίως καλοδεχούμενη, αλλά δεν αρκεί. Από την πλευρά τους οι δανειστές θεωρούν ότι θα εξασφαλιστούν μόνο αν τα δύο κόμματα εξουσίας συγκλίνουν στην υιοθέτηση ενός μίνιμουμ σχεδίου διαρθρωτικών αλλαγών. Την κυβέρνηση την βολεύει αυτή η εξέλιξη, γιατί στην περίπτωση αποτυχίας θα αποκτήσει συνέταιρο και έτσι το κόστος θα μοιραστεί, ενώ αν τα πράγματα πάνε καλά, κερδισμένη θα είναι η ίδια. Η παγίδα είναι προφανής.
Για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας η αντιμνημονιακή γραμμή είναι όρος επιβίωσης. Την ακολουθεί μέχρι τώρα με θρησκευτική ευλάβεια και  της έχει βγει. Από τις δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι είναι πολύ κοντά στο ΠΑΣΟΚ, όταν δεν το υπερφαλαγγίζει. Δύο είναι οι παράγοντες που ώθησαν τον κ. Σαμαρά στην επιλογή κατά του μνημονίου.Ο πρώτος έχει να κάνει με την πεποίθηση του ότι τα «μεγάλα όχι» χτίζουν μεγάλες πολιτικές καριέρες. Η προσέγγιση αυτή παραπέμπει στο παράδειγμα του Ανδρέα Παπανδρέου της δεκαετίας του ’70. Με τα «όχι» του στο ΝΑΤΟ, στην ΕΟΚ, στις Βάσεις και στη Δεξιά πορεύτηκε επί πολλά χρόνια, καλλιέργησε προσδοκίες και δημιούργησε ισχυρές ταυτίσεις με πλατιά λαικά στρώματα.Ακόμη και την περίοδο που ήταν στην εξουσία και η πολιτική του στην πράξη ακύρωνε τις προεκλογικές επαγγελίες, κατάφερε να διατηρήσει  τη συνοχή της παράταξής του με διάφορα ρητορικά σχήματα, τα οποία συντηρούσαν ζωντανή την ελπίδα της ρήξης «με τα ντόπια και ξένα συμφέροντα» που ήταν η γενέθλια διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ. Έλεγε για παράδειγμα ότι «το κόστος της αποχώρησης από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ θα είναι μεγαλύτερο από το κόστος της παραμονής» ή διακινούσε το εκμαυλιστικό και λυσιμέριμνο επιχείρημα ότι «η κυβέρνηση δουλεύει για το εφικτό και το κόμμα παλεύει για το επιθυμητό».Βεβαίως άλλες εποχές, όπως και άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας. Ούτε η Ελλάδα του 2011 έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του
1981 ούτε ο Α. Σαμαράς είναι Α. Παπανδρέου
ούτε τέλος οι πολίτες είναι σήμερα τόσο ευάλωτοι στην αδάπανη δημοκοπία. Έχουν πάθει και έχουν μάθει. Κι αυτό είναι το πρόβλημα για τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας.Ο δεύτερος λόγος που ο κ. Σαμαράς δεν θέλει να ταυτιστεί με την κυβέρνηση απορρέει από την ανάλυση του για το μέλλον του δικομματισμού. Κατά την
άποψη των θεωρητικών της Νέας Δημοκρατίας για να λειτουργήσει απρόσκοπτα το μοντέλο του δικομματισμού πρέπει η εφεδρική λύση εξουσίας να προέρχεται από τα σπλάχνα του. Αυτό είναι το νόημα του «νόμου της μεταπολίτευσης» που ισχύει στη χώρα από το 1977 μέχρι τις μέρες μας. Τι λέει αυτός ο νόμος; Όταν ο ένας φορέας του δικομματισμού φθείρεται από την άσκηση της εξουσίας η σκυτάλη μεταβιβάζεται στον άλλο και η ζωή συνεχίζεται.Αυτό συνέβαινε έως τώρα. Ωστόσο, φαίνεται ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Και τα δύο κόμματα εξουσίας έχουν δοκιμαστεί.  Σε πολλές εκλογικές
αναμετρήσεις οι πολίτες πριμοδοτούσαν πότε το ένα κόμμα και πότε το άλλο με βαριά καρδιά στη βάση της λογικής του μικρότερου κακού. Δεν τα ψήφιζαν με ενθουσιασμό ούτε γιατί περίμεναν ν’ αλλάξει ριζικά η κατάσταση, αλλά γιατί δεν είχαν άλλη διέξοδο.
Το έργο, όμως, το έχουμε δει επανειλημμένως. Έχει κουράσει τους θεατές οι οποίοι απομακρύνονται μαζικά από τις αίθουσες προβολής και μαζεύονται στις
πλατείες για να αποδοκιμάσουν τους πάντες. Οι δημοσκοπήσεις είναι ο αψευδής μάρτυρας. Συστηματικά εδώ και μερικά χρόνια «το κόμμα του κανένα» έρχεται πρώτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, ενώ οι αρχηγοί και των δύο κομμάτων χάνουν από τον «κανένα» στην ερώτηση για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό.
Τούτη την ώρα ο Α.Σαμαράς πλαγιοκοπείται από πέντε κατευθύνσεις: από την κυβέρνηση που στην απόγνωσή της παίζει δυνατά το χαρτί της συναίνεσης, από τους δανειστές μας [οι περισσότεροι ομόσταβλοι ιδεολογικά] που συνδέουν τη συνέχιση της οικονομικής βοήθειας με την προσθήκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο μπλοκ των προθύμων , από κομμάτι του στελεχικού δυναμικού του που τάσσεται υπέρ της συνεννόησης και, τέλος, από μερίδα της κοινωνίας που φαίνεται να προκρίνει ως λύση στο αδιέξοδο την οικουμενική κυβέρνηση.Τις επόμενες μέρες θα φανεί αν θα επιμείνει στη γραμμή της επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου ή θα βάλει νερό στο κρασί του. Όποια κι
αν είναι απόφαση του θα έχει κόστος. Δυστυχώς, γι αυτόν δεν υπάρχει ο εύκολος δρόμος. Πρέπει να πάρει το ρίσκο. Στην περίπτωση του δεν ισχύει το «γράμματα κερδίζω, κορώνα χάνεις»http://www.aixmi.gr.