Η εμβληματική ομιλία του Λίμπνεχτ ενάντια στον πόλεμο

 

Ο Καρλ Λίμπκνεχτ ήταν ο Γερμανός επαναστάτης σοσιαλιστής, ιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και σθεναρά ενάντιος στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν ο πρώτος βουλευτής που ψήφισε κατά της χρηματοδότησης του πολέμου. Την 1η Μαΐου 1916 συνελήφθη και φυλακίστηκε επειδή εκφώνησε αντιπολεμική ομιλία στο κέντρο του Βερολίνου. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1918-19 στη Γερμανία υποστήριζε μια προλεταριακή επανάσταση στο πρότυπο των μπολσεβίκων. Δολοφονήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1919.

Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1914, ο Λίμπκνεχτ και η Λούξεμπουργκ ταξίδεψαν σε ολόκληρη τη Γερμανία προσπαθώντας – με μικρή επιτυχία – να πείσουν τους αντιπάλους του πολέμου να απορρίψουν τη χρηματοδότησή του. Επικοινώνησε επίσης με άλλα εργατικά κόμματα της Ευρώπης για να τους δείξει ότι δεν υποστήριζαν όλοι οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες τον πόλεμο.

Ο Λίμπκνεχτ κατηγορήθηκε στον Τύπο – ακόμη και από σοσιαλδημοκρατικές εφημερίδες – για «προδοσία κατά της πατρίδας» και «κομματική προδοσία» και αναγκάστηκε να απολογηθεί ενώπιον της κομματικής ηγεσίας στις 2 Οκτωβρίου.

Μετά από αυτό, ήταν ακόμη πιο αποφασισμένος να ψηφίσει κατά του νέου νομοσχεδίου για τη χορήγηση δανείου, και να μετατρέψει την ψήφο του σε συμβολική πράξη και βάση για τη συσπείρωση των αντιπολεμικών δυνάμεων.

Στην πορεία προς τη συνεδρίαση της 2ας Δεκεμβρίου 1914, προσπάθησε – χωρίς επιτυχία – να πείσει άλλους αντιπολιτευόμενους βουλευτές να υιοθετήσουν τη θέση του.

Εδώ, παραθέτουμε αυτή του την ομιλία, σε μετάφραση της Μαριλένας Καρρά την οποία ευχαριστούμε για την παραχώρηση.

“Αιτιολογώ την ψήφο μου επί του σχεδίου που μας υποβλήθηκε σήμερα ως εξής.

Αυτός ο πόλεμος, τον οποίο κανένας από τους εμπλεκόμενους λαούς δεν ήθελε, δεν ξέσπασε για την ευημερία του γερμανικού ή οποιουδήποτε άλλου λαού. Είναι ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ένας πόλεμος για την καπιταλιστική κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά και για την πολιτική κυριαρχία σε σημαντικές περιοχές όπου θα μπορούσε να εγκατασταθεί το βιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο. Από την άποψη του υπερανταγωνισμού των εξοπλισμών, πρόκειται για έναν προληπτικό πόλεμο που προκάλεσαν από κοινού το γερμανικό και το αυστριακό πολεμικό κόμμα στο σκοτάδι του ημι-απολυταρχισμού και της μυστικής διπλωματίας.

Είναι επίσης μια βοναπαρτιστική επιχείρηση που αποσκοπεί στην αποθάρρυνση και την καταστροφή του αναπτυσσόμενου εργατικού κινήματος. Αυτό φάνηκε με ολοένα και μεγαλύτερη σαφήνεια και παρά την κυνική σκηνοθεσία που αποσκοπεί στην διανοητική παραπλάνηση από τα γεγονότα των τελευταίων μηνών.

Το γερμανικό σύνθημα «Ενάντια στον Τσαρισμό», όπως και το αγγλικό και το γαλλικό σύνθημα «Ενάντια στον Μιλιταρισμό», χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για να κινητοποιήσει τα ευγενέστερα ένστικτα, τις επαναστατικές παραδόσεις και τις ελπίδες του λαού για χάρη του μίσους κατά των λαών. Ως συνεργός του τσαρισμού, η Γερμανία, η χώρα-πρότυπο της πολιτικής αντίδρασης μέχρι σήμερα, δεν έχει κανένα δικαίωμα να παίζει τον ρόλο του απελευθερωτή των άλλων λαών.

Η απελευθέρωση του ρωσικού και του γερμανικού λαού πρέπει να είναι έργο των ίδιων των λαών.

Αυτός ο πόλεμος δεν είναι ένας αμυντικός πόλεμος για τη Γερμανία. Ο ιστορικός της χαρακτήρας και η αλληλουχία των γεγονότων μάς απαγορεύουν να εμπιστευτούμε μια καπιταλιστική κυβέρνηση όταν δηλώνει ότι ζητά πιστώσεις για την υπεράσπιση της Πατρίδας.

Μια άμεση ειρήνη που δεν ταπεινώνει κανέναν, μια ειρήνη χωρίς κατακτήσεις, αυτό πρέπει να απαιτήσουμε. Όλες οι προσπάθειες που κατευθύνονται προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι ευπρόσδεκτες. Μόνο η συνεχής και ταυτόχρονη επιβεβαίωση αυτής της βούλησης σε όλες τις εμπόλεμες χώρες θα μπορέσει να σταματήσει την αιματηρή σφαγή πριν από την πλήρη εξάντληση όλων των εμπλεκόμενων λαών.

Μόνο μια ειρήνη που βασίζεται στη διεθνή αλληλεγγύη της εργατικής τάξης και στην ελευθερία όλων των λαών μπορεί να είναι μια διαρκής ειρήνη. Με αυτή την έννοια, οι προλετάριοι όλων των χωρών πρέπει να καταβάλουν σοσιαλιστική προσπάθεια για την ειρήνη, ακόμη και κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου.

Συμφωνώ με τις πιστώσεις στο βαθμό που ζητούνται για εργασίες ικανές να ανακουφίσουν την υπάρχουσα δυστυχία, αν και τις θεωρώ ως γνωστόν ανεπαρκείς.

Εγκρίνω, επίσης, όλα όσα γίνονται υπέρ της σκληρής μοίρας των αδελφών μας στα πεδία των μαχών, υπέρ των τραυματιών και των ασθενών, για τους οποίους νιώθω την πιο θερμή συμπόνια. Και σε αυτόν τον τομέα, τίποτα που μπορεί να ζητηθεί δεν θα είναι υπερβολικό στα μάτια μου.

Αλλά η διαμαρτυρία μου είναι ενάντια στον πόλεμο, ενάντια σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι γι’ αυτόν, ενάντια σε αυτούς που τον διοικούν, είναι ενάντια στην καπιταλιστική πολιτική που τον προκάλεσε, είναι ενάντια στους καπιταλιστικούς σκοπούς που επιδιώκει, ενάντια στα σχέδια προσάρτησης, ενάντια στην παραβίαση της ουδετερότητας του Βελγίου και του Λουξεμβούργου, ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία, ενάντια στην πλήρη παραμέληση των κοινωνικών και πολιτικών καθηκόντων, για τα οποία η κυβέρνηση και οι άρχουσες τάξεις είναι ακόμη και σήμερα ένοχες.

Και γι’ αυτό απορρίπτω τις στρατιωτικές πιστώσεις που ζητήθηκαν.

Καρλ Λίμπνεχτ,

Βερολίνο, 2 Δεκεμβρίου 1914″https://epohi.gr/