Μήπως τελικά το τι τρώμε έχει μεγαλύτερη σημασία από το πόσο τρώμε;

Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύ λόγος για το ρόλο της ενεργειακής πυκνότητας. Ουσιαστικά πρόκειται για τον όρο που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση, κατά την οποία κάποιος αισθάνεται κορεσμό με λιγότερες θερμίδες. Όλα τα είδη τροφίμων έχουν ένα συγκεκριμένο αριθμό θερμίδων για μία συγκεκριμένη ποσότητα, που εκφράζεται σε kJ ή kcal/g. Ενεργειακή πυκνότητα =     Θερμίδες μερίδας (σε kJ ή kcal)διά
Βάρος μερίδας (σε γραμμάρια)
Έτσι η ενεργειακή πυκνότητα κάθε τροφής κυμαίνεται από 0 έως 37.7 kJ/g (0 – 9 kcal/g).
Αν σκεφτεί κανείς ότι συνήθως έχουμε την τάση να καταναλώνουμε σε γενικές γραμμές μία σταθερή ποσότητα φαγητού, αντιλαμβάνεται ότι προτιμώντας μία ‘’χαμηλής ενεργειακής πυκνότητας’’ διατροφή από μία ‘’υψηλής ενεργειακής πυκνότητας’’ διατροφή θα μπορούσαμε να πετύχει κορεσμό με λιγότερες θερμίδες.Υψηλή ενεργειακή πυκνότητα σημαίνει ότι σε μία μικρή ποσότητα το φαγητό περιέχει μεγάλο αριθμό θερμίδων. Για παράδειγμα τα φρούτα, τα λαχανικά και τα δημητριακά παρέχουν χαμηλή ενεργειακή πυκνότητα. Ειδικά τα δημητριακά απαιτούν περισσότερο χρόνο για την πέψη με αποτέλεσμα να δημιουργούν αίσθημα κορεσμού για περισσότερη ώρα.Έρευνα, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο European Journal of Clinical Nutrition, εξέτασε την επιρροή της ενεργειακής πυκνότητας τροφίμων και ποτών στη συνολική ενεργειακή κατανάλωση και στο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ).Η μελέτη έγινε σε δείγμα 348 εργαζομένων σε σχολείο, ηλικίας από 30 έως 59 ετών. Ο μέσος όρος ΔΜΣ των συμμετεχόντων ήταν 29.1 kg/m2, ενώ το 69% του δείγματος ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.Οι ερευνητές συγκέντρωσαν πληροφορίες για την πρόσληψη τροφής χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της 24ωρης καταγραφής λήψης τροφής και μέτρησαν το βάρος και το ύψος των συμμετεχόντων.Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι όταν η διατροφή ήταν χαμηλή σε ενεργειακή πυκνότητα υπήρχε επίσης χαμηλός ΔΜΣ, χαμηλή ενεργειακή πρόσληψη και μειωμένη πρόσληψη λιπών αλλά και υψηλότερη πρόσληψη φυτικών ινών και αίσθημα κορεσμού.
Η πρόσληψη φυτικών ινών παίζει σημαντικό ρόλο, αφού μειώνει την ποσότητα της τροφής που καταναλώνεται. Όταν το γεύμα συνοδευόταν από μια σαλάτα λαχανικών παρατηρήθηκε μείωση στη συνολική ενεργειακή πρόσληψη.Άλλοι αξιοσημείωτοι παράγοντες είναι η ποσότητα υγρών που καταναλώνεται, η ευχάριστη γεύση των τροφών, η ποσότητα των προσλαμβανόμενων λιπαρών και η κατανάλωση γευμάτων με ίδια χαρακτηριστικά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.Αντίθετα η διατροφή που είναι πλούσια σε τροφές υψηλής ενεργειακής πυκνότητας συνδέθηκε με υψηλότερη κατανάλωση ενέργειας και λιπαρών, χαμηλή πρόσληψη φυτικών ινών και υψηλότερο ΔΜΣ.
Τροφές με χαμηλή ενεργειακή πυκνότητα
Τα παρακάτω τρόφιμα είναι όχι μόνο χαμηλής ενεργειακής πυκνότητας αλλά και καλές πηγές θρεπτικών συστατικών, τα οποία έχει ανάγκη ο οργανισμός σε καθημερινή βάση:
*φρούτα
*λαχανικά
*γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλών λιπαρών
*όσπρια
*ψάρια
*πουλερικά
«Καλό είναι να δίνουμε έμφαση στην πρόσληψη τροφίμων με χαμηλή ενεργειακή πυκνότητα, στην κατανάλωση 5 μερίδων φρούτων και λαχανικών καθημερινά, στην πρόσληψη φυτικών ινών και τον περιορισμό της κατανάλωσης επεξεργασμένων έτοιμων τροφών, οι οποίες είναι και υψηλής ενεργειακής πυκνότητας», σημειώνει η κλινική διαιτολόγος, Charlotte ChaignonΗ ενεργειακή πυκνότητα παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση της ενεργειακής πρόσληψης και φαίνεται ότι συνδέεται άμεσα με το ΔΜΣ. Η έννοια της ενεργειακής πυκνότητας θα μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικά στην πρόληψη και αλλά και στη θεραπεία της παχυσαρκίας.»Αποδεικνύεται λοιπόν κατά κάποιον τρόπο ότι ο έλεγχος του μεγέθους της μερίδας μπορεί να μην είναι ο μοναδικός αποτελεσματικός τρόπος για τον έλεγχο του βάρους.πηγηhttp://www.cosmo.gr/:

Η λίστα ιστολογίων μου