Στην ελληνική παράδοση ο γάιδαρος είναι ένα ζώο συνυφασμένο με την ταπεινή καταγωγή. Διεθνώς όμως το γάλα της γαϊδούρας είναι ένα πολύ ακριβό προϊόν, που χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς και καλλωπιστικούς σκοπούς ήδη από την αρχαιότητα. Σύμφωνα με τον θρύλο, προκειμένου η βασίλισσα Κλεοπάτρα να απολαμβάνει το καθημερινό λουτρό της και να διατηρήσει την επιδερμίδα της σε τέλεια κατάσταση, αρμέγονταν πάνω από 700 γαϊδούρες, ενώ και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος πρότεινε το ίδιο προϊόν σαν αντίδοτο για τις δηλητηριάσεις. «Το γάλα γαϊδούρας θεωρείται ιδανικό για την αντιμετώπιση δερματολογικών παθήσεων όπως η ξηροδερμία και η ψωρίαση» λέει στο «Βήμα» η κυρία Αικατερίνη Ετουάν, από τη Γαλλία, που ζει στη χώρα μας εδώ και 23 χρόνια και από το 2008 εισάγει καλλυντικά με βάση το συγκεκριμένο προϊόν. Η ίδια ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το γαϊδουρινό γάλα μέσω μιας βελγικής κτηνοτροφικής μονάδας, που ήταν η πρώτη η οποία δραστηριοποιήθηκε με επιτυχία στον συγκεκριμένο τομέα. « Πήγα στη συγκεκριμένη φάρμα, δοκίμασα το γάλα, ενημερώθηκα για τα καλλυντικά που φτιάχνονται με βάση αυτό και αποφάσισα να τα εισαγάγω στην Ελλάδα » τονίζει. « Προτού ασχοληθώ επιχειρηματικά είχαδοκιμάσει η ίδια τα προϊόντα και είχα μείνει πολύ ευχαριστημένη. Το ίδιο μπορώ να πω και για τους τωρινούς πελάτες μου. Παρά τη σχετικά υψηλή τιμή τους και την κακή οικονομική περίοδο που διανύουμε, όσοι πελάτες δοκίμασαν μια φορά τα καλλυντικά αυτά συνεχίζουν να τα προτιμούν » υπογραμμίζει. Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες η σύσταση του γαϊδουρινού γάλακτος πλησιάζει πολύ εκείνη του μητρικού. « Από τα διαθέσιμα στοιχεία για τη χημική σύνθεσή του και τις αναλύσεις που εμείς έχουμε πραγματοποιήσει προκύπτει ότι είναι σχετικά φτωχό σε ολικά στερεά (8% έως 10%) και πρωτεΐνες (1,5 έως 1,8%) ενώ έχει υψηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη (6% έως 7%). Η λιποπεριεκτικότητά του κυμαίνεται από 0,28% έως 1,82% και εξαρτάται από τηνεποχή του έτους» σημειώνει ο αναπληρωτής καθηγητής Κτηνιατρικής του ΠΘ κ. Γιώργος Αρσένος . Στην ελληνική ύπαιθρο το γαϊδουρινό γάλα είναι πάντως ένα προϊόν γνωστό από δεκαετίες. « Οσοι το απόλαυσαν σαν μικρά παιδιά μού το ζητάνε ακόμα. Στα χωριά το έδιναν σε παιδιά με κοκίτη,αλλεργίες ή και δερματικές ασθένειες» δηλώνει ο κ. Νίκος Μπουκουβάλας , που εκτρέφει 40 γαϊδούρια στην περιοχή της Εδεσσας.Λόγω της δυσκολίας που υπάρχει στην παραγωγή του όμως το γαϊδουρινό γάλα είναι ακριβό ως προϊόν. Στις φάρμες που το πωλούν στοεξωτερικό σε Βέλγιο, Γαλλία και Ιταλία η τιμή του κυμαίνεται από 30 έως 100 ευρώ το λίτρο. « Σκεφτείτε ότι μια γαϊδούρα τρώει περίπου όσο μια αγελάδα και παράγει 1 με 1,5 λίτρα γάλα την ημέρα, τριάντα φορές λιγότερο από μια αγελάδα » λέει ο παραγωγός κ. Διογένης Παπλιάκας από τη Νιγρίτα Σερρών, που εκτρέφει πάνω από 50 όνους.Είναι ακριβώς αυτές οι υψηλές τιμές πώλησης του γαϊδουρινού γάλακτος που τα τελευταία χρόνια έχουν αυξήσει το ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο προϊόν ανάμεσα στους έλληνες κτηνοτρόφους. « Οσοι δείχνουν ενδιαφέρον στην Ελλάδα για την ονοτροφία έχουν το βλέμμα τους στραμμένο στα οικονομικά οφέλη των εκτροφών που την τελευταία δεκαετία δημιουργήθηκαν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι όλες οι σχετικές μονάδες που έγιναν στο εξωτερικό βασίστηκαν αποκλειστικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στην ευρηματικότητα των δημιουργών τους. Από ό,τι γνωρίζω, δεν υπάρχει ευρωπαϊκή ή κρατική επιδότηση για την ονοτροφία» υπογραμμίζει ο κύριος Αρσένος.
Για όσους θεωρούν ότι τα συμπαθή τετράποδα θα μπορούσαν να μετατραπούν σε.... χήνες που κάνουν τα χρυσά αβγά, έρχεται η πραγματικότητα να τους διαψεύσει: « Κατά καιρούς δημοσιεύονται διάφορα ρεπορτάζ που μιλούν για μεγάλα κέρδη από το γαϊδουρινό γάλα, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται προσδοκίες από ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με το θέμα. Κανένας από τους ούτε δέκα κτηνοτρόφους που ασχολούμαστε με την ονοτροφία στην Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να πουλήσει το γάλα του, πέρα από μικροποσότητες που δίνουμε στον κοινωνικό μας περίγυρο» ε πισημαίνει ο κ. Μπουκουβάλας. Πέρα από την έλλειψη ενδιαφέροντος οι έλληνες ονοτρόφοι έχουν να αντιμετωπίσουν και την ανεπαρκή εγχώρια τεχνογνωσία. «Από μια εταιρεία καλλυντικών του εξωτερικού μού είχαν ζητήσει γάλα σε σκόνη. Δυστυχώς όμως στην Ελλάδα δεν υπάρχει εργαστήριο που να κάνει αυτή τη δουλειά», προσθέτει ο κ. Παπλιάκας. Κάποιοι φαίνεται να έχουν ήδη χάσει τις ελπίδες τους. «Ασχολούμαι εδώ και τρία χρόνια χωρίς αποτέλεσμα και σκέφτομαι να τα παρατήσω» δηλώνει ο ονοτρόφος από την Καρδίτσα, κ. Παναγιώτης Παπαποστόλου. « Είναι κρίμα το κράτος να μην ενδιαφέρεται για ένα προϊόν ελληνικό, που θα μπορούσε να βοηθήσει στην ανάπτυξη της ελληνικής κτηνοτροφίας» καταλήγει.ΠΗΓΗhttp://www.tovima.gr: