Κατάγματα

Κατάγματα

Τί είναι τα κατάγματα

Κατάγματα ονομάζονται το σπάσιμο ή το ράγισμα των οστών σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος που μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια. Τα περισσότερα όμως προκαλούνται από τραυματισμούς, κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων, πτώσεων ή τροχαίων ατυχημάτων. Ο κίνδυνος για κατάγματα αυξάνει σε άτομα που πάσχουν από οστεοπόρωση. Επίσης κατάγματα μπορεί να συμβούν σε οστά που έχουν κάποιον όγκο, και σε αυτή την περίπτωση ονομάζονται παθολογικά κατάγματα.
Στα ηλικιωμένα άτομα, τα πιο συχνά κατάγματα είναι το κάταγμα της κεφαλής του μηριαίου, και το κάταγμα της κερκίδας στην περιοχή κοντά στον καρπό. Αυτό είναι γνωστό και ως κάταγμα Colles, και συμβαίνει αν κάποιος κατά την πτώση πάει να στηριχθεί με την παλάμη στο πάτωμα.

Ποιοί τύποι καταγμάτων υπάρχουν

Ανάλογα με την ένταση της βίας που τα προκάλεσε, τα κατάγματα διαιρούνται σε: βίαια (κατάγματα που προκαλούνται από ισχυρή βία που δρα μία φορά πάνω σε φυσιολογικό οστούν), από καταπόνηση (κατάγματα που προκαλούνται από μικρής έντασης βία που δρα πολλές φορές πάνω σε φυσιολογικό οστούν και η οποία αν δρούσε μία φορά, δεν θα προκαλούσε το κάταγμα) και παθολογικά (κατάγματα που προκαλούνται από ασήμαντη βία, η οποία δρα σε οστούν που παρουσιάζει κάποια πάθηση).Ανάλογα με την κλινική εικόνα διαιρούνται επίσης σε κλειστά (απλά), όπου το σπασμένο οστό δεν διαπερνά το δέρμα που το καλύπτει, και ανοικτά (επιπλεγμένα), που το οστό διαπερνά το δέρμα και προβάλλει προς τα έξω. Τα ανοικτά κατάγματα είναι τα πιο σοβαρά γιατί έχουν αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης και επίσης είναι πιο πιθανό να έχουν υποστεί βλάβη τα νεύρα ή τα αγγεία της περιοχής.Ανάλογα με το μηχανισμό σε άμεσα (όταν τα κατάγματα γίνονται στο σημείο όπου έδρασε η βία, άμεσο χτύπημα στην κνήμη) και έμμεσα (όταν συμβαίνουν μακριά από τη θέση που εφαρμόζεται η βία).Ανάλογα με τη φορά της γραμμής του κατάγματος σε σχέση προς τον άξονα του οστού τα κατάγματα μπορεί να είναι εγκάρσια, λοξά και σπειροειδή. Άλλες υποδιαιρέσεις είναι: το κάταγμα σαν σπασμένο χλωρό ξύλο, που είναι συχνό στα παιδιά, και που το οστό είναι σπασμένο μόνο από τη μια πλευρά, λόγω κάμψης. Διπλά ή διπολικά (όταν στο ίδιο οστούν υπάρχουν δύο λύσεις που απέχουν όμως μεταξύ τους). Συμπιεστικά (συμβαίνουν σε σπογγώδη οστά και οφείλονται σε καθίζηση των δοκίδων τους). Κατάγματα – εξαρθρήματα (όταν μαζί με το εξάρθρημα μίας άρθρωσης υπάρχει και κάταγμα στο ένα από τα δύο οστά που αποτελούν την άρθρωση).

Ποιά είναι τα συμπτώματα των καταγμάτων

Ανάλογα με τον τύπο του κατάγματος τα συμπτώματα μπορεί να είναι:
• Πόνος, ευαισθησία και περιορισμός της κίνησης της προσβεβλημένης περιοχής
• Οίδημα(=πρήξιμο) και εκχυμώσεις(=μελανιές)
• Κριγμός (ήχος που παράγεται όταν τα δύο άκρα του οστού τρίβονται μεταξύ τους)
• Αφύσικη κίνηση
Σε ανοικτό κάταγμα, υπάρχει αιμορραγία, βλάβη του δέρματος και το οστό είναι ορατό.
Σε όλα τα κατάγματα υπάρχει μια εσωτερική αιμορραγία. Σε κάποιες περιπτώσεις που τα άκρα του οστού τραυματίζουν μεγάλα αγγεία, η αιμορραγία από το κάταγμα μπορεί να οδηγήσει σε καταπληξία (σοκ).
Κάποια συγκεκριμένα κατάγματα κρύβουν κινδύνους επιπλοκών: για παράδειγμα, ένα κάταγμα στις πλευρές είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε τραυματισμό του πνεύμονα και πνευμοθώρακα. Άλλη επιπλοκή είναι η παραμόρφωση ή η αναπηρία, αν δεν αντιμετωπιστεί το κάταγμα έγκαιρα και κατάλληλα.

Πώς γίνεται η διάγνωση του κατάγματος

Η διάγνωση γίνεται με ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία.

Ποιά είναι η αντιμετώπιση των καταγμάτων

Το κάταγμα μπορεί να αποτελεί μεμονωμένο γεγονός ή να είναι μία από τις κακώσεις ενός πολυτραυματία. Η θεραπεία μπορεί να γίνει στην πρώτη περίπτωση χωρίς καθυστέρηση, στη δεύτερη όμως προηγούνται οι χειρισμοί που εξασφαλίζουν την επιβίωση του τραυματία. Οι διάφορες κακώσεις ιεραρχούνται και αντιμετωπίζονται ανάλογα με τη γενική κατάσταση του αρρώστου. Τα κατάγματα, αν εξαιρέσουμε τα ανοικτά με κακώσεις αγγείων, καθώς και τα εξαρθρήματα του ισχίου ή της Σ.Σ., δε χρειάζονται στις περισσότερες περιπτώσεις άμεση οριστική αντιμετώπιση. Μία σωστή ακινητοποίηση σε παραδεκτή θέση που θα απαλλάξει τον τραυματία από τον πόνο είναι αρκετή. Η θεραπεία του κατάγματος μπορεί να γίνει μετά την ανάνηψη και σταθεροποίηση της γενικής κατάστασης του αρρώστου που μπορεί καμιά φορά να απαιτήσει αρκετές μέρες
Η θεραπεία διαφέρει ανάλογα με το αν το κάταγμα είναι κλειστό, ή ανοικτό.
• Κλειστά κατάγματα: η θεραπεία τους περιλαμβάνει:
1. Την ανάταξη του κατάγματος δηλαδή η τοποθέτηση εκ νέου των δύο άκρων του οστού, τα οποία μπορεί να έχουν μετατοπιστεί, στη σωστή ανατομική τους θέση. Αυτό θα διευκολύνει την επούλωση και την αποκατάσταση της λειτουργίας της περιοχής. Η ανάταξη μπορεί να γίνει με χειρισμούς υπό τοπική ή γενική αναισθησία, με συνεχή σκελετική ή δερματική έλξη ή με χειρουργική επέμβαση.
2. Την ακινητοποίηση: αυτή γίνεται με μεταλλικούς ή πλαστικούς ή συρμάτινους νάρθηκες, με γύψινους νάρθηκες ή επιδέσμους, με λειτουργικούς γύψους ή νάρθηκες, με συνεχή έλξη, με εσωτερική οστεοσύνθεση. (μια κατασκευή με βίδες και ράβδους που συγκρατεί μαζί τα θραύσματα του οστού).
3. Τη λειτουργική αποκατάσταση, που αρχίζει μετά από την ανάταξη του κατάγματος και έχει ως στόχο το να εμποδίσει την ατροφία και τις αγκυλώσεις στις ακινητοποιημένες περιοχές. Συνήθως πρόκειται για ειδικές ασκήσεις και φυσιοθεραπεία. Συνεχίζεται και μετά από την άρση της ακινητοποίησης, μέχρι η περιοχή να ανακτήσει πλήρως την προηγούμενη λειτουργικότητα.
• Ανοικτά κατάγματα:
Στα ανοικτά κατάγματα, μετά την αρχική αντιμετώπιση ο ασθενής πρέπει να λάβει αντιτετανικό ορό και εμβόλιο και ενδοφλέβια αντιβίωση, γιατί η πιθανότητα για λοίμωξη είναι πολύ μεγάλη. Στη συνέχεια χρειάζονται άμεση χειρουργική αντιμετώπιση (θεωρούνται χειρουργικό επείγον). Στο χειρουργείο, ο ειδικός γιατρός (ορθοπαιδικός-τραυματολόγος) θα αφαιρέσει πρώτα νεκρούς ιστούς και τα πολύ μικρά θραύσματα οστών, θα πλύνει, θα καθαρίσει και θα απολυμάνει τους ιστούς. Στη συνέχεια θα ανατάξει το κάταγμα, και θα το ακινητοποιήσει χρησιμοποιώντας είτε λάμες και βίδες (εσωτερική οστεοσύνθεση) ή μια κατασκευή από καρφιά και ράβδους που σε κάποιες περιπτώσεις προβάλει έξω από το σώμα (εξωτερική οστεοσύνθεση). Στη συνέχεια συρράβει τα τραυματισμένα μαλακά μόρια, ώστε η πληγή να κλείσει αν είναι δυνατόν. Αν τα μαλακά μόρια και το δέρμα έχουν καταστραφεί, για τη σύγκλειση της πληγής θα χρειαστούν μέθοδοι πλαστικής χειρουργικής, με μοσχεύματα από άλλες περιοχές.http://www.healthpress.gr

Η λίστα ιστολογίων μου