Ποιος νοιάζεται για τις ευρωεκλογές;

Η πολιτική αντιπαράθεση στην Γερμανία γίνεται με μια ασυνήθιστη οξύτητα, που θυμίζει άλλες εποχές. Πρωταγωνιστές της πάντως δεν είναι τα συστημικά κόμματα και οι θεσμικοί εκπρόσωποί τους και η ουσία της πολεμικής ελάχιστα έχει να κάνει με τις ευρωεκλογές,
που απλώς δίνουν την αφορμή για εντονότερους πολιτικούς διαλόγους και μάλιστα πάνω σε θέσεις, που μερικά χρόνια νωρίτερα θα φάνταζαν εξαιρετικά ακραίες.
Του Δημήτρη Σμυρναίου, Βερολίνο
Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να πει κανείς ότι ο Μάνφρεντ Βέμπερ έχει καταφέρει με τις εμμονικές του επιθέσεις κατά του Αλέξη Τσίπρα να γίνει περισσότερο γνωστός στην κοινή γνώμη της Ελλάδας, από ότι σε εκείνη της Γερμανίας. Ο ακραία συντηρητικός πολιτικός με την «αύρα» ενός κλητήρα σε δημαρχείο κάποιας ξεχασμένης βαυαρικής κωμόπολης, δεν θεωρείται σοβαρό πολιτικό μέγεθος στην πατρίδα του. Οι περισσότεροι Γερμανοί ούτε καν τον γνωρίζουν και δεν έχουν εκδηλώσει και καμιά ιδιαίτερη επιθυμία να ασχοληθούν μαζί του. Ο ίδιος πάντως κάνει ό,τι μπορεί για να θυμίζει μέσω των ΜΜΕ την ύπαρξή του, σε μια προσπάθεια ίσως να επενδύσει και σε ένα πολιτικό μέλλον εντός των συνόρων της χώρας.
Μια ακόμα απόδειξη αυτού του γεγονότος αποτέλεσε και το ντιμπέιτ της περασμένης Τρίτης στη δημόσια γερμανική τηλεόραση, όπου βρέθηκε αντίπαλος με τον ολλανδό σοσιαλδημοκράτη Φρανς Τίμερμανς και βασικό αντίπαλό του στη διεκδίκηση της προεδρίας της επόμενης Κομισιόν. Ήταν μια συζήτηση που κάθε άλλο παρά έσπασε τα κοντέρ της τηλεθέασης και υποχρέωσε απλά τα μεγάλα 7uΜέσα της χώρας σε μια «χλιαρή» αναφορά της. Άλλωστε, ο Βαυαρός αποδείχτηκε εκτός από βαρετός προπαγανδιστής της θεωρίας περί «ασφάλειας υπεράνω όλων» και χειρότερος ρήτορας από τον αντίπαλό του.
Έτσι κι αλλιώς σε αυτές τις ευρωεκλογές για μια ακόμα φορά δεν συζητιούνται τα θέματα, που πραγματικά απασχολούν την γερμανική κοινή γνώμη.
Η μπάλα μονίμως στην εξέδρα
Οι Χριστιανοδημοκράτες προσπαθούν να αποφύγουν κάθε αναφορά σε θέματα της κοινωνικής ατζέντας επιμένοντας σε μια ασαφή ανάλυση περί διατήρησης του «εθνικού» χαρακτήρα της πολιτικής πάνω από τον ευρωπαϊκό, μια θεωρία που περικλείει συνεχείς αναφορές σε ασφαλή σύνορα, περιορισμένες δυνατότητες αφομοίωσης μεταναστών και διαφύλαξη του χριστιανικού χαρακτήρα της Ευρώπης.
Οι Σοσιαλδημοκράτες, από τη μεριά τους, αναζητούν το κοινωνικό τους πρόσωπο την ώρα που προσπαθούν παράλληλα να «μαζέψουν» την αριστερή τους πτέρυγα, που αρχίζει να ξεστομίζει ανεπιθύμητες ιδέες. Και εδώ αρχίζουν τα πιο ενδιαφέροντα. Ο επικεφαλής της νεολαίας των σοσιαλδημοκρατών Κέβιν Κύνερτ τάραξε πάλι τα νερά, όταν ζήτησε να συζητηθεί σοβαρά το ενδεχόμενο «κοινωνικοποίησης» κάποιων μεγάλων γερμανικών βιομηχανιών της Γερμανίας, αναφέροντας μάλιστα ως παράδειγμα την BMW. Εκείνη τη στιγμή σηκώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής κάθε φανατικού υποστηρικτή της «ελεύθερης οικονομίας της αγοράς». Και τέτοιοι υπάρχουν ως γνωστόν σε όλα τα κόμματα. Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία. Αυτή την περίοδο στο Βερολίνο τρέχει η διαδικασία συλλογής υπογραφών με αίτημα την απαλλοτρίωση και κοινωνικοποίηση εκείνων των εταιριών ακινήτων, που διαθέτουν πάνω από 3.000 διαμερίσματα, ως απάντηση στην τεράστια έκρηξη των τιμών των ενοικίων που έχει προκαλέσει μια τεράστια κρίση και οργή των πολιτών στην γερμανική πρωτεύουσα. Αυτό ήταν μάλιστα και το κεντρικό ζήτημα των διαδηλώσεων της Πρωτομαγιάς.
Το γεγονός ότι έχουν ανοίξει τέτοιου είδους επαναστατικές συζητήσεις στην Γερμανία είναι ίσως το προοίμιο μιας τεράστιας αντιπαράθεσης, αλλά και το αποτέλεσμα των διαρκώς αυξανόμενων κοινωνικών ανισοτήτων. Συντηρητικοί πολιτικοί επιστήμονες, νομικοί, οικονομολόγοι, συνταγματολόγοι έχουν πέσει με τα μούτρα να εξηγήσουν ότι το άρθρο 15 του Συντάγματος, το οποίο πράγματι μιλά για την κοινωνικοποίησης «γης, εδάφους, φυσικού πλούτου και μέσων παραγωγής» δεν το εννοεί έτσι όπως το αντιλαμβάνονται κάποιοι εκπρόσωποι της Αριστεράς.
Ακροδεξιό δηλητήριο
Από την άλλη πλευρά, η ακροδεξιά κάθε άλλο παρά με σταυρωμένα χέρια κάθεται συνεχίζοντας να δηλητηριάζει τον πολιτικό διάλογο και να προσπαθεί να στρέψει προς τη δική της ατζέντα και τα υπόλοιπα κόμματα. Έχει μετατρέψει σε μεγάλο της όπλο το …ντίζελ και σε αγαπημένο της εχθρό την Γκρέτα Τούνμπεργκ και το οικολογικό κίνημα γενικότερα. Αυτό προφανώς δεν είναι άσχετο με την διαπίστωση ότι η κατάρρευση των δύο μεγάλων συστημικών κομμάτων γίνεται σταθερά προς όφελος των Πρασίνων, οι οποίοι κρατούν σταθερά τη δεύτερη θέση σε όλες τις δημοσκοπήσεις έχοντας μάλιστα ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση στη νεολαία. Η ακροδεξιά προσπαθεί να δυσφημήσει λοιπόν το οικολογικό κίνημα προκειμένου να καρπωθεί αυτή την όποια λαϊκή δυσαρέσκεια. Είναι εντυπωσιακό, πάντως, ότι σε αυτό το επίπεδο έχουν «συμμαχήσει» μαζί της και οι Φιλελεύθεροι, με τον αρχηγό τους Κρίστιαν Λίντνερ να δηλώνει ότι τα θέματα του περιβάλλοντος είναι πολύ περίπλοκα για να αφήνονται στην κρίση μιας έφηβης. Συνολικά το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα έχει θορυβηθεί από το γεγονός ότι το κάλεσμα της 16χρονης Σουηδής ακτιβίστριας για τις «Παρασκευές για το Μέλλον» έχει βρει τη μεγαλύτερη ίσως ανταπόκριση από όλες τις χώρες της Ευρώπης στη Γερμανία. Αυτό την έχει καταστήσει σε στόχο προσβολών και ύβρεων αλλά και σωρείας ψευδών ειδήσεων από ακροδεξιές ιστοσελίδες, αλλά και από πολιτικούς εκπροσώπους της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD). Το εθνολαϊκιστικό κόμμα έχει κάνει σημαία του όχι την σωτηρία του πλανήτη αλλά των ντιζελομηχανών, απευθυνόμενο σε κατώτερα σε εισόδημα και μόρφωση στρώματα και όπως φαίνεται αυτή η πολιτική αποδίδει, επιτρέποντας του να διατηρεί τις δυνάμεις του, τώρα που και το μεταναστευτικό έχει χάσει σε «οξύτητα» τουλάχιστον επί γερμανικού εδάφους αλλά και η κρίση του ευρώ βρίσκεται σε ύφεση… Αυτό είναι ένα σημείο που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο από τις δυνάμεις της Αριστεράς. Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, ή όπως λέει η Τούνμπεργκ κλιματικής καταστροφής, δεν είναι απλά κάτι που δείχνει να ευαισθητοποιεί τη νεολαία. Είναι κυρίως ένα πεδίο όπου μπορεί να δοθεί η μάχη με την λαϊκιστική νέα δεξιά με επιχειρήματα και στοιχεία. Σε ένα πραγματικό γήπεδο δηλαδή.
Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι η Γερμανία θα οδηγηθεί στις ευρωεκλογές μέσα σε ένα κλίμα πόλωσης, το οποίο δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την «Ευρώπη», αλλά θα δώσει τον τόνο για τις πολιτικές αντιπαραθέσεις από το φθινόπωρο και μετά και θα επηρεάζει και τη στάση του Βερολίνου σε ζητήματα, που αφορούν τη μελλοντική ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.http://epohi.gr/

Η λίστα ιστολογίων μου