Για να κρατηθούμε από κάπου, σ’ έναν πλανήτη που συνεχίζει να
αιμορραγεί, βιαζόμαστε να παρουσιάσουμε σαν βεβαιότητα την εικασία, σαν
σιγουριά την ελπίδα. Βιαζόμαστε δηλαδή να δηλώσουμε βέβαιοι πως όταν με
το καλό γλιτώσουμε από τον βραχνά του κορωνοϊού, θα είμαστε
διαφορετικοί. Καλύτεροι. Περισσότερο φιλάλληλοι. Λιγότερο άπληστοι,
λιγότερο επιθετικοί απέναντι στον κόσμο γύρω μας, τον ανθρώπινο και τον
φυσικό. Καθένας ξεχωριστά και πολλοί μαζί, σαν κοινωνικά, ιδεολογικά,
εθνικά ή υπερεθνικά σύνολα. Σαν ανθρωπότητα επιτέλους.
Την έχουμε απόλυτη ανάγκη την πίστη αυτή. Τη χρειαζόμαστε όσο και την ανάσα μας, περιορισμένη πια από τη μάσκα και τον φόβο· όσο και την καλή παρέα, που τόσο μας λείπει στις αργές μέρες του αποκλεισμού. Και, σαν φανατικοί της βελτιοδοξίας, εικάζουμε πως είναι αναπόδραστη η αλλαγή στη στάση όλων. Πως δεν γίνεται να προχωρήσουμε αν δεν υιοθετήσουμε ουμανιστικότερες αντιλήψεις στις διαπροσωπικές αλλά και στις διακρατικές σχέσεις – ή έστω ειλικρινέστερες και στοιχειωδώς τιμιότερες.
Φυσικά και θα υπάρξουν άνθρωποι που θα δουν τον κόσμο με άλλα μάτια, όπως ο Σαούλ που έγινε Παύλος. Θα φωτιστούν από τον πόνο, τον δικό τους και των άλλων, θα ζυγίσουν τα πράγματα με καινούργια σταθμά, θ’ αλλάξουν ρότα. Πόσοι θα είναι αυτοί, και αν ανάμεσά τους θα βρίσκονται και κάποιοι, λίγοι έστω, από τους εθισμένους στην εξουσία και τη μέθη της, αυτά είναι τα βασανιστικά ερωτήματα.
Για να μη μας τσακίσει και η διάψευση μετά τον κορωνοϊό, φρόνιμο είναι να κάνουμε τους υπολογισμούς μας παίρνοντας υπόψη δύο από τις πιο δυσάρεστες σταθερές του ανθρώπινου βίου. Η πρώτη: Στο επίπεδο του ατόμου, ο θάνατος λειτουργεί σαν σκληρός δάσκαλος, τα μαθήματά του όμως δεν αντέχουν πολύ, δεν ριζώνουν· στη βδομάδα πάνω μετά την πολλοστή κηδεία στην οποία ορκιζόμαστε ότι του λοιπού θα πορευτούμε ανθρωπινότερα, μας περιλαβαίνει η καθημερινότητα και μας επιστρέφει στην αξιακή ρουτίνα μας.
Η δεύτερη, στο επίπεδο των συλλογικών στάσεων: Ποτέ κανένα Κακό, όσο καταστροφικό κι αν ήταν, δεν απέτρεψε το αμέσως επόμενο, και δεν άλλαξε ριζικά τη συμπεριφορά των μαζών και των κάθε είδους ηγεσιών τους. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, λ.χ., όχι μόνο δεν έφερε τη διαρκή ειρήνη αλλά οδήγησε σ’ έναν πόλεμο ακόμα πιο φονικό, «εμπλουτισμένο» με τον επιστημονικό αφανισμό των «κατσαρίδων», Εβραίων, τσιγγάνων, αναπήρων.
Να ελπίζουμε από απελπισία, στη γραμμή του Μανόλη Αναγνωστάκη. Εστω. Τι άλλο;http://www.mplokia.gr/
Την έχουμε απόλυτη ανάγκη την πίστη αυτή. Τη χρειαζόμαστε όσο και την ανάσα μας, περιορισμένη πια από τη μάσκα και τον φόβο· όσο και την καλή παρέα, που τόσο μας λείπει στις αργές μέρες του αποκλεισμού. Και, σαν φανατικοί της βελτιοδοξίας, εικάζουμε πως είναι αναπόδραστη η αλλαγή στη στάση όλων. Πως δεν γίνεται να προχωρήσουμε αν δεν υιοθετήσουμε ουμανιστικότερες αντιλήψεις στις διαπροσωπικές αλλά και στις διακρατικές σχέσεις – ή έστω ειλικρινέστερες και στοιχειωδώς τιμιότερες.
Φυσικά και θα υπάρξουν άνθρωποι που θα δουν τον κόσμο με άλλα μάτια, όπως ο Σαούλ που έγινε Παύλος. Θα φωτιστούν από τον πόνο, τον δικό τους και των άλλων, θα ζυγίσουν τα πράγματα με καινούργια σταθμά, θ’ αλλάξουν ρότα. Πόσοι θα είναι αυτοί, και αν ανάμεσά τους θα βρίσκονται και κάποιοι, λίγοι έστω, από τους εθισμένους στην εξουσία και τη μέθη της, αυτά είναι τα βασανιστικά ερωτήματα.
Για να μη μας τσακίσει και η διάψευση μετά τον κορωνοϊό, φρόνιμο είναι να κάνουμε τους υπολογισμούς μας παίρνοντας υπόψη δύο από τις πιο δυσάρεστες σταθερές του ανθρώπινου βίου. Η πρώτη: Στο επίπεδο του ατόμου, ο θάνατος λειτουργεί σαν σκληρός δάσκαλος, τα μαθήματά του όμως δεν αντέχουν πολύ, δεν ριζώνουν· στη βδομάδα πάνω μετά την πολλοστή κηδεία στην οποία ορκιζόμαστε ότι του λοιπού θα πορευτούμε ανθρωπινότερα, μας περιλαβαίνει η καθημερινότητα και μας επιστρέφει στην αξιακή ρουτίνα μας.
Η δεύτερη, στο επίπεδο των συλλογικών στάσεων: Ποτέ κανένα Κακό, όσο καταστροφικό κι αν ήταν, δεν απέτρεψε το αμέσως επόμενο, και δεν άλλαξε ριζικά τη συμπεριφορά των μαζών και των κάθε είδους ηγεσιών τους. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, λ.χ., όχι μόνο δεν έφερε τη διαρκή ειρήνη αλλά οδήγησε σ’ έναν πόλεμο ακόμα πιο φονικό, «εμπλουτισμένο» με τον επιστημονικό αφανισμό των «κατσαρίδων», Εβραίων, τσιγγάνων, αναπήρων.
Να ελπίζουμε από απελπισία, στη γραμμή του Μανόλη Αναγνωστάκη. Εστω. Τι άλλο;http://www.mplokia.gr/