ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ
Από τις αρχές του 2020, η ανθρωπότητα και η χώρα μας ζουν μια αλυσιδωτή έκρηξη πολλαπλών αντιθέσεων του καπιταλισμού, που πυροδοτήθηκε από έναν μικροσκοπικό ιό και που όμοιά της δεν έχει γνωρίσει καμία από τις ζώσες γενιές.
Ο ιός μετατράπηκε σε επιδημία και αυτή, σαρώνοντας τα δημόσια και ιδιωτικοποιημένα συστήματα υγείας, σε πανδημία με 370 χιλιάδες νεκρούς μέχρι τώρα, πρώτα από όλα στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης. Η πανδημία, μετατράπηκε σε ακίδα που έσπασε τις φούσκες των χρηματιστηρίων, οδηγώντας σε μια πρωτόγνωρη, παγκόσμια και συγχρονισμένη οικονομική κρίση.
Η πορεία αυτή δεν είναι προϊόν «συνειδητής επιλογής» του κεφαλαίου, αλλά των όλο και περισσότερο ανεξέλεγκτων αντιθέσεών του. Δεν είναι προϊόν δύναμης του καπιταλισμού, αλλά της αδυναμίας να ελέγξει τον εαυτό του από τις παραγωγικές δυνάμεις που ανέπτυξε, εκμεταλλεύεται και διαστρέφει. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως το εργατικό κίνημα και το επαναστατικό υποκείμενο βρίσκονται σε ακόμη μεγαλύτερη αδυναμία.
Μπαίνουμε, όμως, σε μια νέα, θυελλώδη περίοδο για τον ταξικό αγώνα, διεθνώς και στην Ελλάδα, που τώρα αρχίζει και ανοίγει άλλους ορίζοντες για τα αριστερά και κομμουνιστικά ρεύματα, στα πεδία των σκληρών κοινωνικών, πολιτικών και θεωρητικών αναμετρήσεων. Σε αυτή τη μάχη, μπορούν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να γίνουν ποιοτικά άλματα στο πρόγραμμα, στην πολιτική και στη συσπείρωση εργατικών και λαϊκών δυνάμεων για να αντιμετωπίσουμε την διπλή κρίση και την αξιοποίησή της από το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό που ξεδιπλώνουν μια ανώτερη επίθεση ενάντια στη μισθωτή εργασία και τους λαούς,.
Πρώτα από όλα, όμως, είναι ζωτική ανάγκη για το εργατικό κίνημα να φωτιστεί η αλληλουχία των γεγονότων. Για να αντιμετωπιστεί ο αστικός σκοταδισμός και ορθολογισμός. Αλλά και για να περιοριστούν ορισμένες κρίσιμες αντιφάσεις στην πολιτική της Αριστεράς. Όπως, το να καλούνται οι εργαζόμενοι να αγωνιστούν για «να σπάσει η καραντίνα» και την ίδια στιγμή, για «να συνεχιστεί η καραντίνα» για υγειονομικούς λόγους, σε χώρους παραγωγής και εκπαίδευσης.
Πρωταρχική αιτία, ο βιασμός της φύσης και της εργασίας από το κεφάλαιο
Ο κορονοϊός δεν είναι «κινεζικός», ή «αμερικανικός», «προϊόν συνομωσίας» ή «θεία τιμωρία» και η πανδημία δεν είναι «κατασκευή» ή «φούσκα», όπως υποστηρίζουν νεοσυντηρητικά ρεύματα και ανορθολογικές θεωρίες. Ήταν και παραμένει ένας υπαρκτός κίνδυνος για την ανθρωπότητα, μέχρι να βρεθεί εμβόλιο, να επιτευχθεί φυσική ανοσία ή να εξασθενίσει ο ιός.
Με τους ιούς και τις μεταλλάξεις τους συζεί η ανθρωπότητα εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Όμως, τα τελευταία 50 χρόνια, εμφανίστηκαν δεκάδες νέες επιδημίες ιών που προήλθαν από ζώα. Αυτές οι επιδημίες αποτελούσαν προειδοποίηση για τα καταστροφικά αποτελέσματα ενός κατ΄ επανάληψη βιασμού της φύσης από τις πολυεθνικές, ιδιαίτερα της αγρο-κτηνο-διατροφικής αλυσίδας και των εξορύξεων. Οι οποίες «ξύρισαν» εκτάσεις δασών όσο η αφρικανική ήπειρος, εξαφάνισαν χιλιάδες είδη ζωής και περιορίζουν εκατομμύρια άγριων ζώων σε ασφυκτικά μικρές ζώνες, στοιβάζουν κατά χιλιάδες βοοειδή, χοίρους και πουλερικά σε άθλιες συνθήκες, αλλά και εκατομμύρια ανθρώπους σε μεγα-πόλεις, παραγκουπόλεις και εργασιακά γκέτο, ενώ καταστρέφουν την ποικιλομορφία των καλλιεργήσιμων φυτών από μονοκαλλιέργειες μεταλλαγμένων που ψεκάζονται με τόνους φυτοφαρμάκων. Αυτή είναι η πρωταρχική αιτία της πανδημίας και της μετέπειτα πολλαπλής κρίσης.
Η πανδημία του κορονοϊού, συνεπώς, είναι αποτέλεσμα της μαζικής παραβίασης των νόμων της φύσης από τους παγκοσμιοποιημένους κοινωνικούς νόμους της αγοράς, της ατομικής ιδιοκτησίας, του ανταγωνισμού, της υπεραξίας και του κέρδους.
Δεν ήταν, λοιπόν, μοιραία. Θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν δεν ακολουθούσαν οι ανθρώπινες κοινωνίες αυτή την πορεία.
Η μετατροπή μιας τοπικής επιδημίας σε παγκόσμια πανδημία
Η επιδημία του κορονοϊού μπορούσε να περιοριστεί στα αρχικά τη στάδια. Η μετατροπή της σε ανεξέλεγκτη παγκόσμια πανδημία οφείλεται εν μέρει στα νέα, ανεξερεύνητα χαρακτηριστικά του μεταλλαγμένου ιού και κυρίως στην παραβίαση των ανθρώπινων κοινωνικών αναγκών για δημόσια, δωρεάν και ποιοτική υγεία, για υγιή, λιγότερη και αξιοπρεπή εργασία, για υγιεινή διατροφή και για ζωή σε αρμονία με το δομημένο περιβάλλον και τη φύση, από τους νόμους της αγοράς και του κέρδους.
Οι δυνάμεις του κεφαλαίου και οι κυβερνήσεις τους, στην αρχή, μέσα από ένα μείγμα κερδοσκοπικών σκοπιμοτήτων και άγνοιας, υποβάθμισαν συνειδητά την πανδημία σε μια «απλή γρίπη» και αρνήθηκαν να λάβουν έγκαιρα μέτρα, εκτός από λίγες εξαιρέσεις. Όπως στην Ελλάδα, που σώθηκε λόγω και άλλων παραγόντων (ιταλική εμπειρία, έξω από τις κύριες αλυσίδες μεταφορών, μικρή συγκέντρωση παραγωγής, εποχή χαμηλού τουρισμού, κλίμα κ.α.), παρόμοια με πολλές χώρες της Αν. Ευρώπης.
Παράλληλα, με τη μεγάλη υποβάθμιση της δημόσιας υγείας και της πρωτοβάθμιας περίθαλψης από την 50χρονη νεοφιλελεύθερη διαχείριση του συστήματος, ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθούν τα αναγκαία μαζικά μέτρα εντοπισμού, ιχνηλάτησης και απομόνωσης των κρουσμάτων, που μπορούσαν να περιορίσουν την πανδημία, μειώνοντας το κόστος για την παραγωγή. Η ένδεια συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας, ειδικά των γερόντων και των χρονίως πασχόντων, οι μαζικές ελλείψεις σε κρεβάτια ΜΕΘ και προσωπικό, αύξησε κατά πολύ τους θανάτους. Το σύστημα δημόσιας υγείας και ειδικά της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, λειτούργησε ως ο αδύναμος κρίκος που «έσπασε» την κοινωνική αλυσίδα της παραγωγής και της κατανάλωσης.
Η υποχρηματοδότηση και ο προσανατολισμός της βασικής έρευνας και της φαρμακοβιομηχανίας στις «ασθένειες των πλουσίων» δυσκόλεψε τη γρήγορη παραγωγή φαρμάκων για «λαϊκές ασθένειες», όπως οι επιδημίες. Ο άκρατος ανταγωνισμός έδειξε το αληθινό πρόσωπό του στις κρίσιμες στιγμές. Συνέβαλε στην αποτυχία διαχείρισης της πανδημίας, με τα αίσχη των πειρατειών σε μάσκες και υγειονομικά υλικά, με εξαίρεση την Κούβα, ακόμη και την Κίνα και τη Ρωσία, που έδειξαν ένα πρόσωπο αλληλεγγύης.
Έτσι, οι κοντόφθαλμες επιδιώξεις των κυβερνήσεων γρήγορα μετατράπηκαν στο αντίθετό τους: η πανδημία, από αποτέλεσμα του κυνηγητού του κέρδους, μετατράπηκε σε αιτία μαζικής καταστροφής κεφαλαίων που συμπαρασύρει τη μισθωτή εργασία – εξ αιτίας της ασκούμενης αστικής πολιτικής- στην ανεργία και την πείνα. Και αυτό διότι οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να λάβουν οριζόντια μέτρα γενικής καραντίνας για να αντέξουν τα διάτρητα δημόσια συστήματα υγείας που οι ίδιες καταρράκωσαν. Για να μην επωμιστούν το τεράστιο κόστος που είχε η αντιμετώπιση της πανδημίας με μαζικά τεστ, απολυμάνσεις και κοινωνικές παροχές. Για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος των μαζικών θανάτων σε έναν υπερ-συγκεντρωμένο, γερασμένο, άρρωστο και «ευπαθή» από την υπερεκμετάλλευση και τη φτώχια πληθυσμό, που οι ίδιες δημιούργησαν.
Επιπρόσθετα, οι αστικές κυβερνήσεις έλαβαν τα μέτρα γενικής καραντίνας, όχι με δημοκρατική ευαισθησία και λογική, αλλά με μεγάλες αντιφάσεις και με τη μέθοδο της τρομοκρατίας και της αφαίρεσης δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Από την παράλυση σημαντικού μέρους της παραγωγής δεν γλίτωσε σχεδόν κανείς –ούτε φυσικά η Ελλάδα του Μητσοτάκη. Η διεθνοποιημένη καπιταλιστική παραγωγή και ο παγκόσμιος ολοκληρωτισμός δεν κάνουν εξαιρέσεις.
Από τη γενική καραντίνα στο εσπευσμένο «άνοιγμα» των αγορών
Με βάση τη μετέπειτα πορεία της πανδημίας, ήταν εφικτή και αναγκαία μια προσεκτική άρση των περιοριστικών μέτρων. Όμως, οι κυβερνήσεις ανοίγουν βιαστικά την πολυαγαπημένη τους αγορά, παραβιάζοντας φραγμούς που οι ίδιες επικαλούνταν και –ειδικά στην Ελλάδα- με ψεύτικη ή υπερβολική αισιοδοξία. Τα αποτελέσματα ενός ανοίγματος της παραγωγής χωρίς τα απαραίτητα υγειονομικά μέτρα μετατρέπονται σε αιτίες για πιθανές αναζωπυρώσεις της πανδημίας και σε νέα επιδημικά κύματα, όπως στη Βραζιλία.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, προσπερνά τις προειδοποιήσεις, υποτασσόμενη στις απαιτήσεις του ΣΕΒ, των επιχειρηματιών και της ΕΕ. Αφού η πανδημία μετέτρεψε την περίφημη «βαριά τουριστική βιομηχανία» σε φτερό στον άνεμο της κρίσης, τώρα βιάζεται να ανοίξει τις πύλες των αεροδρομίων, μαζί με το ευρωπαϊκό λόμπι των αερομεταφορών, αντί για ένα λελογισμένο άνοιγμα. Το βιαστικό άνοιγμα της παραγωγής για να επιπεδωθεί η καμπύλη της κρίσης κινδυνεύει να οδηγήσει σε εκ νέου κορυφώσεις της επιδημικής καμπύλης, σε ακόμη βαθύτερη οικονομική κρίση και την ύφεση σε μακρύτερη πορεία.
Ζαλισμένες οι λαϊκές μάζες από τις απότομες στροφές των κυβερνώντων τους, απηυδισμένες από την καραντίνα, φοβισμένες από την τρομοκρατία και αναγκασμένες να εργαστούν μπροστά στο φάσμα της πείνας, ορισμένες φορές, καταπατούν οι ίδιες τα μέτρα που αφορούν τη ζωή και την υγεία τους.
Στο γενικευμένο κλίμα παραζάλης βρίσκουν έδαφος και ενισχύονται οι ανορθολογικές και συνομωσιολογικές θεωρίες. Από αυτό το κλίμα παρασύρονται ιδιαίτερα ορισμένα μικροαστικά, «αντίφα» και «αντικαπιταλιστικά» ρεύματα που βλέπουν σαν «ιατροτεχνοκρατία» ακόμη και τις ψύχραιμες, υπεύθυνες και ανεξάρτητες επιστημονικές φωνές, ενώ δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τα αναγκαία μέτρα αυτοπειθαρχίας και περιορισμού της πανδημίας από τα συνειδητά αντιδημοκρατικά μέτρα των κυβερνώντων.
Εμφανίζεται η κρίση και η «επιδημία της ανεργίας»
Οι διαδικασίες της κρίσης υπερσυσσώρευσης και της ύφεσης είχαν ήδη ξεκινήσει από το τρίτο τρίμηνο του 2019, μετά από μια ολιγοετή, αναιμική και κυρίως αντιδραστική ανάπτυξη. Τα κραχ στα χρηματιστήρια και η κρίση στις τιμές του πετρελαίου, προ της πανδημίας, αποτελούσαν σαφείς προειδοποιήσεις.
Ο κορονοϊός έσπασε τις φούσκες στα χρηματιστήρια. Μαζί με την παράλυση μεγάλου μέρους της παραγωγής λόγω της γενικής καραντίνας οδήγησε σε μια απότομη και πρωτότυπη οικονομική κρίση που εμφάνισε ήδη τα πρώτα της αποτελέσματα: Χρεοκοπίες γιγάντων, όπως η Lufthansa και η Herz, λουκέτα σε χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις. Στις ΗΠΑ, με ανεργία στο 25% και με πάνω από 30 εκατομμύρια χαμένες θέσεις εργασίας. Στην Ελλάδα, με πάνω από 300.000 χαμένες θέσεις, που προστίθενται σε ένα ήδη 17% ανεργία. Τα ανθρώπινα «παράσιτα» εμφανίζονται κατά χιλιάδες στις ουρές των συσσιτίων ακόμη και στις τακτοποιημένες πόλεις της Ελβετίας.
Η αστική τάξη της χώρας μας και η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζονται να χρεώσουν τα νέα, πολύ μεγαλύτερα βάρη της κρίσης ξανά στους εργαζόμενους, με την εκ περιτροπής ανεργία και τη μειωμένη μισθοδοσία. Αυτό είναι το περιεχόμενο του προγράμματος SURE της ΕΕ και «Συν-εργασία» της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Στην ΕΕ, επικράτησε αρχικά η λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθείτω». Το Σύμφωνο Σταθερότητας διαλύθηκε, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έγινε το πιο σύντομο ανέκδοτο και κάθε χώρα κατέφυγε σε κρατικές επιδοτήσεις στις δικές της επιχειρήσεις, που πριν απαγορεύονταν αυστηρά, οι ρήτρες χρέους και κρατικού ελλείμματος καταπατήθηκαν. Οι «κανόνες» που προστάτευαν κάπως τους αδύναμους, σπάνε, όχι σε όφελος αλλά σε βάρος των αδύναμων. Μετέπειτα, η ΕΕ αντέδρασε με διάφορες ενισχύσεις, με κορωνίδα το τελευταίο «πακέτο Μέρκελ – Μακρόν», που χαιρέτησαν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, ύψους 500 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις και 250 δισ. σε δάνεια. Από τα 500 δισ. το μεγαλύτερο μέρος θα προέλθει από μοχλεύσεις και όχι από «ζεστό χρήμα», άρα από δανεισμούς. Το πρόγραμμα αυτό έρχεται αργά (αρχίζει το 2021), είναι μικρό για τις ανάγκες (στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι αναλογούν μόνον 3,0 – 3,5 δισ. ανά έτος), ενώ αποτελεί ακόμη αντικείμενο διαπραγματεύσεων προς το χειρότερο. Το κυριότερο είναι ότι έχει αντιδραστικό χαρακτήρα.
Με βάση όσα ανακοινώθηκαν, η ΕΕ προωθεί επιδοτήσεις δισεκατομμυρίων στις μεγάλες επιχειρήσεις και τους ομίλους και ψίχουλα για την εργασία, τη δημόσια υγεία και τους μικρομεσαίους, με «επιτροπές» ελέγχου που θα επιβάλλουν τις γνωστές αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις», με ή χωρίς μνημόνια. Το πρόγραμμα διάσωσης επιχειρεί, παράλληλα, να σώσει τη συνοχή της ΕΕ με παροχές προς το Νότο, τόσο - όσο να μπορούν να πουλούν τα προϊόντα τους οι γερμανικές, γαλλικές και άλλες πολυεθνικές. Η περίφημη «βιομηχανική», «πράσινη» και «αγροτική» ανασυγκρότηση στόχο έχει την ακόμη μεγαλύτερη μονοπωλιοποίηση της παραγωγής, τη σωτηρία της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας, τη βαθύτερη υποταγή της αγροκτηνοτροφίας στο μεγάλο κεφάλαιο, τη μαζική και καταστροφική εγκατάσταση ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών.
Οι εργατικές και λαϊκές μάζες στη χώρα μας, ηττημένες και προδομένες από την προηγούμενη δεκαετία, αλλά και πιο έμπειρες, διαισθάνονται αυτό που έρχεται και δείχνουν κάποια πρώτα σκιρτήματα αφύπνισης, όπως στους υγειονομικούς, τους εκπαιδευτικούς και στη νεολαία. Παράλληλα, η παγκόσμια συγχρονισμένη κρίση, εγκυμονεί και διεθνώς συγχρονισμένα μαζικά κινήματα, που ήδη είχαν εμφανιστεί το 2019. Όμως, ακόμη κυριαρχεί ο φόβος και η παραζάλη. Πώς θα αντιδράσουν οι εργαζόμενοι και οι λαοί;
Είναι μοιραία ή μπορεί να αντιμετωπιστεί η καταστροφή που μας απειλεί;
Η «δημιουργική καταστροφή» πάντα είναι ο αστικός δρόμος διεξόδου από τις κρίσεις και θα εμφανίζεται ως μοιραία στο βαθμό που οι εργαζόμενοι και ο λαός δεν βρουν άλλη διέξοδο πέρα από αυτήν που τους προσφέρει η αστική τάξη.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ισχυρίζεται ότι η κρίση είναι μεν αναπόφευκτη, αλλά μπορεί να περιοριστεί από το 10% προβλεπόμενη πτώση του ΑΕΠ, στο 4 – 5%. Η αλήθεια είναι ότι με βάση όσα έχουν προηγηθεί, η κρίση πράγματι είναι αναπόφευκτη. Αλλά τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση δεν θα την περιορίσουν, θα την εντείνουν: Οι περικοπές μισθών θα μειώσουν και άλλο την κατανάλωση και αυτή, την παραγωγή. Ο δανεισμός και οι επιχορηγήσεις δισεκατομμυρίων στους επιχειρηματίες θα εκτινάξουν το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και αυτό θα καταστήσει αναγκαίους νέους δανεισμούς που θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του δημόσιου χρέους. Σε τέτοιες συνθήκες, δεν πρόκειται να υπάρξουν μεγάλες, παραγωγικές επενδύσεις που θα ξεβαλτώσουν γρήγορα, έστω με αστικό τρόπο, την οικονομία. Πρόκειται για την επανάληψη με νέο τρόπο του προηγούμενου φαύλου κύκλου που μπλόκαρε την ελληνική οικονομία.
Για να βγει η οικονομία από την κρίση με ταχύτητα και σε όφελος του λαού, απαιτούνται δραστικά και ριζοσπαστικά μέτρα σε εντελώς άλλη κατεύθυνση. Αυτά τα μέτρα οφείλουν να συνδυάζουν τη στήριξη του μισθού, του εισοδήματος, της εργασίας και των μικρομεσαίων, μαζί με μια μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίων για μαζικές κρατικές επενδύσεις, από τα μέχρι τώρα συσσωρευμένα κέρδη των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων και ομίλων, από τις τράπεζες, την παύση πληρωμών για το χρέος και το μεγάλο πλούτο.
Στην ουσία, πρόκειται για δυο ταξικές πολιτικές κατευθύνσεις που συγκρούονται μεταξύ τους. Η μια προϋποθέτει την ήττα της άλλης.
Για μια αντιστροφή του βέλους: ο ρόλος του κινήματος και της Αριστεράς
Αυτή τη φορά, την κρίση δεν πρέπει να την πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Πρέπει και μπορεί να αποφευχθεί ή τουλάχιστον να μετριαστεί δραστικά ο δρόμος των μαζικών χρεοκοπιών, των εκατομμυρίων ανέργων και μισο-ανέργων και μιας νέας, αβάσταχτης φτωχοποίησης.
Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν κινείται σε αυτή την κατεύθυνση. Ως αντιπολίτευση, κινείται ακόμη περισσότερο εντός των αστικών πλαισίων και του ευρωμονόδρομου, ενώ ήδη δοκιμάστηκε και απέτυχε ως κυβέρνηση. Το ΜεΡΑ25, παρά επιμέρους φιλολαϊκές θέσεις και μια πιο μαχητική πολιτική, κινείται επίσης στα πλαίσια συμβιβασμών μέσα στα όρια της ΕΕ.
Δεν υπάρχει, βεβαίως, αριστερό μαγικό ραβδί που να μετατρέπει την κρίση σε ανάπτυξη. Όμως, απέναντι στην καταστροφή, μπορεί να αντιταχθεί ένα αριστερό, ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό πρόγραμμα εργατικής και λαϊκής διεξόδου από την κρίση. Ώστε να μειωθούν οι πρώτες επιπτώσεις της κρίσης με επείγοντα και έκτακτα μέτρα και παράλληλα, να τεθούν οι βάσεις για μια άλλου τύπου κοινωνική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη, δυναμώνοντας τον επαναστατικό ορίζοντα μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης. Σε ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί και οφείλει να συμβάλει η ανυπότακτη Αριστερά και ειδικά τα κομμουνιστικά της ρεύματα, συμβάλλοντας, ταυτόχρονα, στις αντίστοιχες μορφές εργατικής και λαϊκής συγκέντρωσης δυνάμεων.
Άμεσα, το κύριο είναι η έναρξη μαζικών ενωτικών αγώνων αντίστασης με κάθε πρόσφορο μέσο, για ακυρώσεις των αντεργατικών, αντιλαϊκών και αντιδημοκρατικών μέτρων και για επιβολή μέτρων ανακούφισης για τους εργαζόμενους. Με αξιοποίηση κάθε αγωνιστικού συνδικάτου, με επανέναρξη παλιών μορφών, με νέες μορφές που θα ανακαλυφθούν.
Παράλληλα, απαιτείται η προετοιμασία για την αντεπίθεση που είναι απαραίτητη, τόσο για μια συνολική ανατροπή της πολιτικής του κεφαλαίου, όσο και για να αποκτά δύναμη, αντοχή και προοπτική η αντίσταση. Για να δυναμώνουν οι διεκδικήσεις, για μια κοινωνικά δίκαιη, εργατική, λαϊκή, φιλοπεριβαλλοντική και εθνικά ανεξάρτητη ανάπτυξη, με δομικά μέτρα αντικαπιταλιστικών μεταρρυθμίσεων που μπορεί να επιβληθούν, έστω μερικώς, στις κυβερνήσεις και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές τους, με σκληρό, συνειδητό και ενωτικό αγώνα.
Για αυτό χρειάζεται η μετωπική κοινή δράση των επαναστατών με τους μαχόμενους ρεφορμιστές, τόσο στο μαζικό κίνημα, όσο και στην πολιτική, με προϋπόθεση την προγραμματική, πολιτική και οργανωτική αυτοτέλεια του καθενός, καθώς και η διεθνιστική συνεργασία με τα μαζικά κινήματα άλλων χωρών.
Ελπιδοφόρο, πρώτο σπέρμα αυτής της προοπτικής είναι οι περιπτώσεις κοινής δράσης ΠΑΜΕ – Παρεμβάσεων – ΜΕΤΑ και άλλων, τις οποίες στήριξε και η Πανελλαδική Ανεξάρτητη Ταξική Εργατική Κίνηση, στους υγειονομικούς και εκπαιδευτικούς, μέσα στις συνθήκες της καραντίνας. Το μεγάλο ζητούμενο εδώ είναι να μετατραπεί η κοινή δράση που γίνεται «από τα κάτω» και μερικώς, σε πολιτική συμφωνία «από τα πάνω», που θα γενικεύει το μερικό, θα συγκεντρώνει αιτήματα και δυνάμεις ενάντια στον κύριο αντίπαλο, θα δίνει συνείδηση και οργάνωση στα αυθόρμητα σκιρτήματα, θα οδηγεί σε πρώτες νίκες.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται η πολιτική συμφωνία διαλόγου και κοινής δράσης με δεσμεύσεις, που συνυπέγραψαν η ΔΕΑ, η ΛΑΕ και ο Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων, η οποία ανοίγει ένα παράθυρο ελπίδας και μπορεί να βοηθήσει στην αντιστροφή της πορείας κατακερματισμού και στην ανασυγκρότηση του μαζικού κινήματος.
Μέχρι τώρα, παρά την προσφορά τους, το ΚΚΕ και –με άλλο τρόπο- η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν ανταποκρίνονται σε αυτό το καθήκον. Τίποτε, όμως, δεν θα μείνει αιώνιο και αναλλοίωτο, πολύ περισσότερο οι συσχετισμοί στην Αριστερά, σε αυτή την ταραγμένη περίοδο.
Τι διεκδικούμε, εδώ και τώρα;
Σε συνθήκες κρίσης, αντικειμενικά παίρνει προτεραιότητα η άμυνα, η αντίσταση των εργαζομένων, έναντι της αντεπίθεσης. Όμως, το «δεν πάει άλλο», αυτή τη φορά, χρειάζεται να συνδυαστεί, με τέχνη και ευελιξία και όχι μηχανιστικά, με το «πώς να πάει αλλιώς». Σε αυτή την κατεύθυνση, μπορεί να συσπειρώσει ένα άμεσο πρόγραμμα αντίστασης και πάλης με τους εξής βασικούς, φυσικά υπό συζήτηση και συνδιαμόρφωση, άξονες:
- Προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων από τον κορονοϊό, συγκεκριμένα μέτρα σε κάθε χώρο εργασίας. Κρατικός έλεγχος και μεικτές επιτροπές εργαζομένων – επιστημόνων - τοπικών φορέων στους μεγάλους χώρους δουλειάς, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στους δήμους, στις δομές των προσφύγων. Μαζικά, δωρεάν τεστ, μόνιμοι διορισμοί υγειονομικών στους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης, στα Κέντρα Υγείας και στα δημόσια νοσοκομεία, αύξηση ΜΕΘ, επίταξη ιδιωτικών κλινικών. Κατάργηση ΦΠΑ, διατίμηση στα υγειονομικά υλικά. Αύξηση στο 7,5% του προϋπολογισμού για την Υγεία, με κατεύθυνση μια νέα, ριζοσπαστική υγειονομική πολιτική για ένα δημόσιο, δωρεάν και ποιοτικό, σύστημα υγείας.
- Προστασία από την ανεργία, απαγόρευση απολύσεων, επίδομα ανεργίας για όλους, ίσο με το 80% του κατώτατου μισθού, με μειώσεις λογαριασμών κ.λπ. Με κατεύθυνση το αίτημα «λιγότερη δουλειά – με ίδιο μισθό - δουλειά για όλους» και προοπτική το 6ωρο/30ωρο, για να βρουν δουλειά οι άνεργοι, ειδικά οι νέοι.
- Προστασία της εργασίας ενάντια στην εκ περιτροπής ανεργία και τις μειώσεις μισθών, την εκμεταλλευτική τηλεργασία και ειδικά το πρόγραμμα SURE της ΕΕ. Καμία βλαπτική αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις, κατάργηση των αντεργατικών Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου. Καμία μείωση μισθών και συντάξεων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Να δοθεί η αύξηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στον κατώτατο μισθό εδώ και τώρα, πάλη με προοπτική τα 751 ευρώ και αναλογικές αυξήσεις.
- Προστασία των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών, των επιστημόνων και των καλλιτεχνών, των μικρών επιχειρηματιών και αγροτών με έκτακτη κρατική ενίσχυση, διαγραφή – ευνοϊκή ρύθμιση χρεών, φτηνό δανεισμό, μείωση της φορολογίας τους.
- Απαγόρευση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας δια παντός - διαγραφή χρεών για ανέργους - χαμηλόμισθους, ευνοϊκές ρυθμίσεις για εργαζόμενους, προοδευτική μείωση φορολογίας με αφορολόγητο στις 12.000 ευρώ.
- Κατάργηση του νόμου Κεραμέως για την Παιδεία και του νόμου Χατζηδάκη για το περιβάλλον.
- Δημοκρατία και ελευθερία συνδικαλιστικής δράσης, να παρθούν πίσω όλες οι διατάξεις που την περιορίζουν, είτε με πρόσχημα την επιδημία, είτε γενικά.
Πάνω σε αυτούς τους βασικούς άξονες και με την κοινή δράση της Αριστεράς, μπορεί να συσπειρωθούν ευρύτερες συνδικαλιστικές δυνάμεις που θα υπερβούν την απραξία της ΓΣΕΕ και της γραφειοκρατίας, οικοδομώντας μαζικές αντιστάσεις σε επιχειρήσεις και κλάδους και ένα δίκτυο ταξικών και αγωνιστικών σωματείων. Στους δήμους και τις γειτονιές, μπορεί να δημιουργηθούν μαζικές, δημοκρατικές, «λαϊκές συνελεύσεις» και στη νεολαία, μορφές αναγέννησης του μαζικού της κινήματος, ειδικά στους μαθητές και τους νέους εργαζόμενους, με την ιδιαίτερη συμβολή των φοιτητικών συλλόγων που χρειάζεται να ανασυγκροτηθούν, να συντονιστούν και να μπουν μπροστά στον αγώνα.
«Λεφτόδεντρο» υπάρχει
Για όλα τα παραπάνω απαιτούνται τεράστια ποσά. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «το λεφτόδενδρο μαράθηκε» και προετοιμάζει «πέμπτο μνημόνιο» με μειώσεις μισθών και συντάξεων. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς της και παρά την κρίση, λεφτά υπάρχουν:
- Στις μεγάλες επιχειρήσεις που κέρδισαν από την επιδημική κρίση, όπως σούπερ μάρκετ, φαρμακοβιομηχανίες, επιχειρήσεις νέων τεχνολογιών. Με έκτακτο διπλασιασμό της φορολογίας, από το 24% που είναι σήμερα, μόνο στις 500 πιο κερδοφόρες ΑΕ που έβγαλαν 12 δισ. ευρώ το 2018, μπορούν να εξασφαλιστούν άλλα 3,5 δισ. ευρώ. Επίσης, από το 2011 μέχρι σήμερα, οι κερδοφόρες Ανώνυμες Εταιρείες αποκόμισαν δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Με άνοδο του συντελεστή φορολόγησης από το 26%, που ήταν κατά μέσο όρο την περίοδο 2011-2017, στο 50% μόνο για τις 203 (κατά μέσο όρο) πιο κερδοφόρες Ανώνυμες Εταιρείες, μπορούν να αυξηθούν τα κρατικά έσοδα ετησίως κατά 1,57 δισ. ευρώ.
- Στις τσέπες των ανώτατων στελεχών, των golden boys, των ομίλων και τραπεζών που παίρνουν αμοιβές από 100 χιλιάδες έως και 1,6 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, αλλά και των ανώτατων διευθυντών του δημόσιου, των ανώτατων δικαστικών, των υπουργών και βουλευτών που έχουν απολαβές από 90 έως και 300 χιλιάδες ευρώ το χρόνο. Για αυτό απαιτείται να επιβληθεί, όχι μόνον κατώτατος μισθός αλλά και όριο στις ανώτατες αμοιβές μέχρι τα 4.000 ευρώ το μήνα και 50.000 το χρόνο. Με αυτό τον τρόπο, μπορούν να εξοικονομηθούν δισεκατομμύρια ευρώ που θα δοθούν αναλογικά στους χαμηλόμισθους.
- Στον πολύ μεγάλο προσωπικό πλούτο που έχει εκτιναχθεί στα χρόνια της κρίσης που πέρασε. Ο Ρούζβελτ εφάρμοσε 80% φορολογία, ενώ μέχρι και ο σοσιαλφιλελεύθερος Ολάντ υποσχέθηκε (αλλά δεν εφάρμοσε) 75%. Η έκτακτη και παραπέρα, μόνιμα υψηλή φορολόγησή του μεγάλου πλούτου είναι αναγκαία σήμερα λόγω της επιδημικής και οικονομικής κρίσης. Αυτό σημαίνει «δίκαιη κατανομή των βαρών». Η εθελοντική φιλανθρωπία έφερε 64 εκατομμύρια, η υποχρεωτική φορολογία τους θα φέρει δισεκατομμύρια.
- Στην άμεση παύση πληρωμών για το δημόσιο χρέος, που μπορεί να εξοικονομήσει έως 8 - 9 δισ. ευρώ ετησίως. Με μονομερή αποχώρηση από τις μνημονιακές δανειακές συμβάσεις και τη δίκαιη επίκληση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης. Δεν μπορεί ο κάθε όμιλος, όπως η Aegean και η Fraport, να επικαλείται «έκτακτες συνθήκες ανωτέρας βίας» για να μην πληρώσει τις υποχρεώσεις του στο δημόσιο και να μην κάνει το ίδιο το ελληνικό κράτος προς τους πιστωτές του. Όποια μεγάλη και κοινωνικά χρήσιμη επιχείρηση χρεοκοπεί πρέπει να σώζεται, περνώντας στο δημόσιο χωρίς αποζημίωση, αντί να σώζονται τα αφεντικά τους με δάνεια και επιδοτήσεις που κοστίζουν δισεκατομμύρια ευρώ στον κρατικό προϋπολογισμό και οδηγούν σε νέο δανεισμό.
Πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, κοινωνικός έλεγχος, δημοκρατία, ανεξαρτησία
Από εκεί και πέρα, για να αντιμετωπιστεί η ύφεση και να περάσει η χώρα σε μια ανάπτυξη με ριζική κοινωνική και παραγωγική ανασυγκρότηση, απαιτείται ένα πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων και έργων ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, υπέρ των λαϊκών αναγκών, με προστασία του δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος, προσανατολισμένο στη βιομηχανία ειδών λαϊκής κατανάλωσης και σε μια αγροτική παραγωγή που θα σέβεται το περιβάλλον και τον άνθρωπο, με κέντρο τα δημόσια αγαθά και τις κοινωνικές ανάγκες, στην υγεία, την παιδεία και τον πολιτισμό. Μια ανασυγκρότηση ενάντια στην εμπορευματοποίηση, την ελεύθερη και άναρχη αγορά, το στρεβλό μοντέλο υπερδιόγκωσης των υπηρεσιών και του τουρισμού, ενάντια στον υπερκαταναλωτισμό, στην καταστροφική κερδοφορία της αγρο-κτηνο-διατροφικής βιομηχανίας.
Η έκτακτη αύξηση της φορολογίας στις εγχώριες και ξένες πολυεθνικές και στο μεγάλο προσωπικό πλούτο είναι η πρώτη προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση αυτής της ανασυγκρότησης και ανάπτυξης. Η δεύτερη είναι να κρατικοποιηθούν οι τράπεζες, ώστε να αντληθούν κεφάλαια για μια πολιτική μαζικού φτηνού δανεισμού σε εργαζόμενους και μικρές επιχειρήσεις και με όρους αγοράς για τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Η τρίτη είναι να εφαρμόσει η χώρα μια ανεξάρτητη νομισματική πολιτική για να μη γίνει έρμαιο της διεθνούς χρηματιστικής κερδοσκοπίας, που ήδη εκτινάσσεται.
Όλα τα παραπάνω είναι ασύμβατα με το ευρώ, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για αυτό χρειάζεται άμεσα απειθαρχία, αγώνας και προετοιμασία για μια λαϊκή έξοδο και πλήρη αποδέσμευση από την ΕΕ, για μια άλλη διεθνοποίηση.
Η τέταρτη προϋπόθεση είναι ο κοινωνικός, εργατικός και δημοκρατικός έλεγχος των επιχειρήσεων και της πολιτικής από αυτούς που παράγουν τον πλούτο. Οι εργαζόμενοι δικαιούνται δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, πολιτικό λόγο και ρόλο, ποιοτικό πολιτισμό. Το μέτωπο αυτό αναδεικνύεται σε ιδιαίτερα κρίσιμο, τη στιγμή που οι κυβερνήσεις και οι κρατικοί μηχανισμοί αξιοποιούν την πανδημία για να εντείνουν την καταστολή, να περιορίσουν το συνδικαλιστικό και πολιτικό αγώνα και –σε συνεργασία με τις πολυεθνικές της πληροφόρησης και του ίντερνετ- για να εντείνουν την επιτήρηση και το ηλεκτρονικό φακέλωμα, μαζί με τον έλεγχο της ενημέρωσης και τον πολιτισμό των σκουπιδιών.
Η πέμπτη προϋπόθεση είναι η εθνική ανεξαρτησία κάτω από λαϊκή κυριαρχία και με εργατική ηγεμονία, για μια πολυδιάστατη αντιιμπεριαλιστική πολιτική, για την υπεράσπιση των λαϊκών κυριαρχικών δικαιωμάτων από επιθετικές ενέργειες και τη διεθνιστική συνεργασία με τους άλλους λαούς και, πρώτα από όλα, με τους λαούς της Τουρκίας, των Βαλκανίων και της Αν. Μεσογείου. Με μια τέτοια πολιτική μπορεί να εξοικονομηθούν δισεκατομμύρια ευρώ από τις νατοϊκές δαπάνες, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την άμυνα της χώρας. Πάνω από όλα, μπορεί να προωθήσει την ειρήνη στην περιοχή που κινδυνεύει από τους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς, την επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης και τους τυχοδιωκτισμούς της ελληνικής. Για αυτό απαιτείται, πρώτα από όλα, η πάλη για την έξοδο από το ΝΑΤΟ, η αποχώρηση από τον επιθετικό άξονα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο κάτω από αμερικανική εποπτεία και η κατάργηση της ρατσιστικής, αντι-προσφυγικής Συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, που εγκλωβίζει τους πρόσφυγες στη χώρα μας σε άθλιες συνθήκες.
Εργατικός διαφωτισμός ενάντια στον αστικό σκοταδισμό
Οι σκοταδιστικές δυνάμεις του συστήματος, έχοντας πάρει εδώ και δεκαετίες διαζύγιο από το Διαφωτισμό της Γαλλικής Επανάστασης, έχοντας εκπορνεύσει την επιστήμη με το χρήμα, επιχειρούν να συγκαλύψουν τις πραγματικές αιτίες, να διαστρεβλώσουν την αλληλουχία των γεγονότων και τη σχέση ανάμεσα στα αίτια και τα κρισιακά αποτελέσματα, που με τη σειρά τους γίνονται αιτίες για μια βεντάλια νέων, ανώτερων κρίσεων. Έτσι, όχι μόνον επιχειρούν να συγκαλύπτουν τις εγκληματικές ευθύνες τους, όχι μόνον αδυνατούν να συγκρατήσουν την καταστροφική πορεία, αλλά την επιταχύνουν, ενώ τώρα αγωνίζονται να περισώσουν ό,τι μπορούν με τα ίδια μέτρα που οδήγησαν στις κρίσεις.
Και το χειρότερο, επιχειρούν να παρασύρουν στην παρακμή τους τη μόνη πηγή ελπίδας και αισιοδοξίας, την ένωση της σύγχρονης μισθωτής εργασίας με την επιστήμη.
Η εποχή μας χρειάζεται έναν εργατικό - κομμουνιστικό διαφωτισμό ενάντια στον αστικό σκοταδισμό, για να αντιστρέψουμε αυτή την πορεία παρακμής και βαρβαρότητας. Όπως έγινε με το ρεύμα της Α’ και Β’ Διεθνούς, με την Οκτωβριανή Επανάσταση και με τη νίκη του Αντιφασιστικού Αγώνα, αλλά, σήμερα, σε πολύ μεγαλύτερη και βαθύτερη κλίμακα.
Η εποχή μας χρειάζεται μια νέα κομμουνιστική αντίληψη για την παραγωγή και την ανάπτυξη, για το δημοκρατικό ρόλο της εργασίας και της κοινωνίας στο ποιος, τι και πώς παράγει, για τη σχέση της κοινωνίας με τη φύση.
Σε αυτό το γιγάντιο έργο απαιτείται μια αντίστοιχη με την εποχή μας συγκέντρωση δυνάμεων της εργασίας και του πνεύματος.
Συσπείρωση για μια νέα κομμουνιστική προοπτική
Η πάλη για κατακτήσεις σήμερα είναι αναγκαία και εφικτή. Με την υλική, πρακτική προώθηση μιας πολιτικής για τη συγκέντρωση ικανών δυνάμεων από το χώρο της εργασίας και του πνεύματος, ώστε όχι μόνο να έχουμε άμεσες νίκες - φάρους ελπίδας και ικανοποίησης άμεσων αναγκών, αλλά και για να αναστραφεί το βέλος στην κίνηση των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων υπέρ της εργατικής και σε βάρος της αστικής κανιβαλικής πολιτικής. Για να αλλάξει ο κοινωνικός συσχετισμός, να περάσουμε σε μια άλλη περίοδο όπου το εργατικό, αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα θα αναγεννηθούν.
Μια τέτοια πολιτική, δεν στηρίζεται μόνον στις επαναστατικές παραδόσεις του 20ου αιώνα, αλλά πάνω από όλα, εμπνέεται από τις επαναστάσεις και τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα.
Εδώ είναι και ο ρόλος των δυνάμεων νέας κομμουνιστικής στόχευσης. Να εμπνέουν με την πολιτική τους, να παραδειγματίζουν με την αποφασιστικότητά τους και με την πολιτική ενότητας των εργαζομένων και του λαού. Ώστε οι ίδιοι να οδηγήσουν τις εξελίξεις ως το σημείο που δεν έχει επιστροφή, ως τη μεγάλη αναμέτρηση.
Η στροφή της ιστορίας που ζούμε απαιτεί μεγάλες και τολμηρές υπερβάσεις.
Γι αυτό χρειάζεται σήμερα συσπείρωση για μια νέα κομμουνιστική προοπτική.
Σε αυτή την κατεύθυνση φιλοδοξεί να συμβάλει το Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο, μαζί με τις δυνάμεις, τους αγωνιστές και αγωνίστριες του Συντονισμού Διαλόγου και Δράσης Κομμουνιστικών Δυνάμεων.
Οι εξελίξεις μπορούν και πρέπει να πάνε αλλιώς.
Μπορούν και πρέπει να ακολουθήσουν φιλολαϊκή ρότα.https://www.kommon.gr/