Tου Θεοδωρου Kουλουμπη*
Για ορισμένους αναλυτές με κασσανδρική προδιάθεση, η δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα θα μπορούσε να συγκριθεί με τα πέτρινα χρόνια της δεκαετίας του 1930. Τότε, το παγκόσμιο οικονομικό κραχ συνέβαλε στην ανάπτυξη επεκτατικών ιδεολογιών στη Γερμανία, την Ιαπωνία και αλλού, που κατέληξαν στην πιο καταστροφική σύρραξη της ιστορίας του πλανήτη μας – στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ευτυχώς, οι διεθνείς συνθήκες σήμερα μας οδηγούν σε λιγότερο μαύρα συμπεράσματα. Οι συμπεριφορές των μεγάλων δυνάμεων είναι κεντρομόλες και όχι κεντρόφυγες. Η αλληλεξάρτηση, ο φόβος των «επιδημιών» στις οικονομίες των ανεπτυγμένων κρατών, ανοίγει δρόμους συνεργασίας και συντονισμού και όχι πολιτικές αυτοαπομόνωσης και σύγκρουσης. Τυπικό παράδειγμα μας προσφέρει η ελληνική οικονομική κρίση. Η απειλή της εξάπλωσης της ασθένειάς μας σε χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιρλανδία (ακόμη και η Ιταλία) ώθησε τους σχετικά ισχυρούς της Ευρωζώνης –Γερμανία και Γαλλία– να στηρίξουν έναν χωρίς προηγούμενο μηχανισμό διάσωσης της ελληνικής οικονομίας. Ο μηχανισμός αυτός ήδη εξελίσσεται σε εδραιωμένο όργανο συντονισμού και αλληλεγγύης με τη θέσπιση πραγματικής οικονομικής ενοποίησης στην Ευρωζώνη και ευρύτερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εδώ θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κίνηση διάσωσης των εταίρων μας δεν πηγάζει από φιλελληνισμό και φιλανθρωπία, αλλά από την ανάγκη προστασίας ιδίων συμφερόντων –τραπεζικών και άλλων– στην δοκιμαζόμενη Γηραιά Ηπειρο. Δυστυχώς, έννοιες όπως πολιτισμικό χρέος και παραδοσιακή φιλία εξακολουθούν να έχουν κάποιο αντίκρισμα μόνο για λίγους συναισθηματικούς στοχαστές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το πιθανότερο σενάριο του μέλλοντος είναι η δημιουργία και η θεσμοθέτηση μιας χαλαρής παγκόσμιας συμφωνίας μεγάλων δυνάμεων, με πρότυπο την Ευρωπαϊκή Συμφωνία (Concert of Europe) του 19ου αιώνα. Πέρα από τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών –ιδίως το Συμβούλιο Ασφαλείας– βλέπουμε το θεσμικό κέντρο του βάρους να μετακινείται στην λεγόμενη Ομάδα των 20 (που συμπεριλαμβάνει ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ρωσία, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, αλλά και τις ανερχόμενες πολιτικο-οικονομικές δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας και της Βραζιλίας μεταξύ άλλων). Διεθνείς θεσμοί στήριξης και επιτήρησης, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (γνωστό σε μας ως «Δου Νου Του»), η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου επίσης βρίσκονται σε ανοδική πορεία.
Το εκκολαπτόμενο σύστημα της παγκόσμιας συμφωνίας μεγάλων δυνάμεων του 21ου αιώνα θα μπορέσει να εδραιωθεί εάν ικανοποιηθούν τρεις μεγάλες προϋποθέσεις: Η πρώτη προϋπόθεση είναι διαρθρωτικού χαρακτήρα και συνεπάγεται μια αποτελεσματική στρατηγική ανάπτυξης των φτωχών περιοχών του πλανήτη. Αν εμείς, οι προνομιούχοι λαοί του Βορρά, αφήσουμε τους χειμαζόμενους λαούς του Νότου στην τύχη τους, θα εκθρέψουμε –δικαιολογημένα– ανατρεπτικές νοοτροπίες που θα στρατολογούν μελλοντικούς αυτόχειρες βομβιστές. Παράλληλα, οι αιματηρές συγκρούσεις στην Αφρική και αλλού θα αυξήσουν ανεξέλεγκτα τα κύματα της λαθρομετανάστευσης, απειλώντας τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό των κρατών του Βορρά.
Η δεύτερη –εξίσου καθοριστική– προϋπόθεση είναι η εξεύρεση μιας λειτουργικής και βιώσιμης λύσης του προβλήματος Ισραήλ - Παλαιστίνης. Η φόρμουλα δύο αμοιβαία αναγνωρισμένων κρατών παραμένει για δεκαετίες αποδεκτή από τη διεθνή κοινότητα. Ομως, μαξιμαλιστικές πολιτικές –ένθεν και ένθεν– έχουν αφήσει μια ανοιχτή πληγή, η οποία συντηρεί τον Ισλαμικό Φονταμενταλισμό καθώς και την αμερικανική στρατιωτική παρεμβατικότητα στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας.
Η τρίτη προϋπόθεση αφορά την αντιμετώπιση των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν από την διεθνή κοινότητα. Το δίλημμα βρίσκεται στην επιλογή ανάμεσα στα διπλωματικά και τα στρατιωτικά μέσα που απαιτούνται για να πεισθεί η κυβέρνηση Αχμεντινετζάντ να μη προχωρήσει στην απόκτηση πυρηνικών βομβών. Το Ισραήλ έχει τοποθετηθεί χωρίς περιστροφές ότι δεν θα επιτρέψει σε μια κυβέρνηση που διακηρύσσει την εξαφάνισή του να αποκτήσει όπλα μαζικής καταστροφής. Και ο τρόπος δράσης του στο παρελθόν συνεπάγεται «χειρουργικό πλήγμα» στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του κάθε επίδοξου αντιπάλου. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να πείσουν όλα τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ να κλιμακώσουν τις στοχευμένες (κυρίως οικονομικές) κυρώσεις κατά του καθεστώτος της Τεχεράνης. Και, προσφάτως, η Τουρκία και η Βραζιλία –ενοχλώντας αρκετά την Ουάσιγκτον– έχουν προσφέρει κάποια διέξοδο και την απαραίτητη πίστωση χρόνου στον στριμωγμένο πρόεδρο του Ιράν. Πάντως, στο σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα μπορούμε με βεβαιότητα να προβλέψουμε ότι η στρατιωτική επιλογή θα έχει ολέθριες επιπτώσεις για την σταθερότητα του διεθνούς συστήματος με δεδομένη την αντίδραση του Ιράν και τις κλιμακωτές δονήσεις που αυτή θα προκαλέσει.
Σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής κρίσης, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια της αδράνειας και της αναβολής ριζικών αλλαγών. Καταρχάς, οι πολιτικές μας δυνάμεις χρειάζονται ανανέωση και βαθιά αλλαγή νοοτροπίας που θα βάλει τέλος στις προσωπικές σκοπιμότητες και τους τακτικισμούς. Τα μέτρα που μας επιβάλλονται από τους εταίρους είναι άκρως επώδυνα, αλλά δυστυχώς αναγκαία. Η αναζήτηση ευθυνών στο χείλος του γκρεμού μόνο επιδείνωση της καταστάσεως μπορεί να προκαλέσει. Η απάντηση στην κρίση απαιτεί συνοχή και σύμπνοια και κανένας πολιτικός προσανατολισμός δεν περισσεύει. Τέλος, ο χειρότερος σύμβουλός μας θα ήταν μια πολιτική αυτοαπομόνωσης από την θεσμική μας οικογένεια – την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι καιρός να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, και ο καθένας μας –ξεχνώντας συνωμοσιολογικές νοοτροπίες του παρελθόντος– να αναλάβει το προσωπικό μερίδιο των ευθυνών του.
* Ο κ. Θεόδωρος Κουλουμπής είναι ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Αθηνών και αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.πηγη:http://news.kathimerini.gr