Της Deborah Winslow Nutter*
Τα τελευταία 65 χρόνια, η Ευρώπη καταφέρνει να διαψεύδει τις δυσμενείς προβλέψεις, επιτυγχάνοντας εκπληκτικά πράγματα. Η Ε.Ε. ένωσε υπό τη σκέπη της τους αντιπάλους δύο Παγκοσμίων Πολέμων, έφερε κοντά τον Νότο και τον Βορρά της ηπείρου και επούλωσε τις πληγές του διχασμού Ανατολής - Δύσης.
Σήμερα, όμως, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και η ελληνική συμμετοχή σε αυτό βυθίζονται σε κρίση, με μία ταχύτητα που μας έχει προκαλέσει κατάπληξη. Ο κόσμος παρατηρεί με ανησυχία τις διαδηλώσεις στην Αθήνα, τους Γερμανούς ψηφοφόρους που τάσσονται υπέρ της αποχώρησης της χώρας τους από το κοινό νόμισμα και τους Ευρωπαίους ηγέτες να πασχίζουν για τη δημιουργία του θεσμικού πλαισίου, με το οποίο θα καταπολεμηθεί το πρόβλημα των ανεξέλεγκτων κρατικών χρεών.
Κάθε φορά που η Ε.Ε. αντιμετώπιζε πρόβλημα στο παρελθόν είχε την τύχη να καθοδηγείται από ένα γαλαξία ηγετών, οι οποίοι κατάφερναν να αρθρώνουν ένα συλλογικό όραμα και να καθιστούν δυνατή την πραγματοποίησή του. Η διαφορά της σημερινής κρίσης είναι ότι στο επίκεντρο των κρίσιμων αποφάσεων βρίσκεται η ελληνική πολιτική ηγεσία. Από τις πράξεις και τις παραλείψεις της θα εξαρτηθεί εν πολλοίς το μέλλον της Ευρώπης. Ποιο είναι λοιπόν το χρέος της ελληνικής κυβέρνησης σε αυτές τις κρίσιμες ώρες;
Πρώτα απ’ όλα, οφείλει να συγκροτήσει μια ηγετική ομάδα «από αρίστους», όχι μόνο περί τα οικονομικά, αλλά και περί την εσωτερική και εξωτερική πολιτική πραγματικότητα. Η σύνθεση της ομάδας αυτής θα πρέπει να υπερβαίνει τα παραδοσιακά κομματικά όρια και σκοπιμότητες, προκειμένου να είναι σε θέση να λάβει τις κρίσιμες αποφάσεις που απαιτούνται. Τα ερωτήματα που ζητούν απάντηση είναι τα εξής: θα μπορέσει να μειώσει τα ελλείμματά της η Ελλάδα και ταυτόχρονα να αναπτύξει αρκετά την οικονομία της, ώστε να αποπληρώσει τα χρέη της; ΄Η θα εγκαταλείψει -είτε προσωρινά, είτε μόνιμα- το ευρώ; Με τον καιρό τα ερωτήματα θα αλλάζουν και οι απαντήσεις που θα δίνονται οφείλουν να είναι προσεκτικές και ευρηματικές.
Δεύτερον, η ελληνική πολιτική ηγεσία θα πρέπει να τεθεί ταγός μίας γενικότερης μεταμόρφωσης της ελληνικής κοινωνίας. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι ανάγκη να σχηματιστούν νέες συμμαχίες στο κοινωνικό σώμα, έτοιμες να δείξουν τον δρόμο της αλλαγής. Με άλλα λόγια, χρειάζεται ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» (New Deal), τόσο μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς όσο και μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η κυβέρνηση υποχρεούται να διασφαλίσει ότι στις θυσίες και στις ανταμοιβές θα συμμετέχουν όλοι.
Τρίτον, η ελληνική πολιτική ηγεσία θα πρέπει να εργαστεί για να χτίσει μία συμμαχία αποφασισμένων Ευρωπαίων ηγετών, την εμπιστοσύνη των οποίων θα απολαμβάνει. Η Ε.Ε. έχει ήδη δώσει μία ανάσα στην Ελλάδα και η κυβέρνηση της Αθήνας έλαβε τα πρώτα σημαντικά μέτρα για να την εκμεταλλευτεί. Τα εμπόδια στον δρόμο όμως δεν θα είναι εύκολα, ούτε για την Ελλάδα ούτε για την Ευρώπη. Οι πιέσεις που δέχεται η γερμανική κυβέρνηση από την κοινή της γνώμη είναι τεράστιες, καθώς η Γερμανία εξαναγκάζεται να αλλάξει την εικόνα που έχει για τον εαυτό της, προκειμένου να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα της ενιαίας οικονομικής διακυβέρνησης. Αποφασιστικότητα απαιτείται και από τη Γαλλία, η οποία, όπως όλα τα υπόλοιπα μέλη της Ε.Ε. οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες που τις αναλογούν. Η Ελλάδα πρέπει να βοηθήσει όλους τους εταίρους της να πείσουν τους λαούς τους ότι η βοήθεια που της δίνουν αξίζει τον κόπο.
Από την Ελλάδα ξεκίνησε το πρόβλημα και η Ελλάδα είναι το κλειδί για τη λύση του. Η ηγεσία της Αθήνας έχει επομένως ευθύνη όχι μόνο απέναντι στον λαό της, αλλά και απέναντι στην Ευρώπη ως σύνολο. Για να επιτύχει, θα πρέπει να επιδείξει ικανότητα και αποφασιστικότητα, ώστε να δημιουργηθούν τρεις επάλληλες συμμαχίες: μία συμμαχία στο εσωτερικό της κυβέρνησης, μία συμμαχία στο εσωτερικό της Ελλάδας και μία συμμαχία στην Ευρώπη. Η απόλυτη επιτυχία αυτού του τριπλού στόχου εξαρτάται από το πολιτικό μέγεθος των κυβερνώντων - από το κατά πόσον θα κινηθούν όχι με βάση το προσωπικό ή το πολιτικό συμφέρον, αλλά με βάση το κοινό καλό.
* Η καθηγήτρια Deborah Winslow Nutter είναι αντιπρόεδρος της Διπλωματικής Σχολής Fletcher στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Tufts.πηγη:http://news.kathimerini.gr