Άραγε οι Ευρωπαίοι ξέχασαν το άθλημα της διεθνούς πολιτικής; Μήπως το πρόβλημα εντοπίζεται στην επί δεκαετίες προσήλωσή τους στην ανάπτυξη της κοινής αγοράς; Ωστόσο, γιατί αυτό να σημαίνει αυτομάτως τη στρατηγική απονεύρωσή τους; Και αν το ερώτημα περί «στρατηγικής της ΕΕ» ουδέποτε προέκυψε κατά τρόπο ενιαίο και συνεκτικό, τα προαναφερθέντα ερωτήματα είναι επιτακτικά όσον αφορά επιμέρους τις μεγάλες δυνάμεις της ηπείρου, οι ηγέτες των οποίων παρακολουθούν άναυδοι την Τουρκία.
Ωσάν να έχουν ξεχάσει ότι στη διεθνή πολιτική αναπτύσσονται ηγεμονισμοί, κράτη ενδεχομένως να εκφράσουν αναθεωρητικές τάσεις ή να θελήσουν να ποδηγετήσουν ολόκληρες περιφέρειες.
Ωσάν να έχουν ξεχάσει ότι καθήκον των υπολοίπων είναι να εξισορροπούν τέτοιου είδους ταραξίες.
Προφανώς δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα, για την οποία έχει γίνει λόγος σε πλήθος άλλων κειμένων, αλλά στην απόφαση μεγάλων – κατά τα λοιπά ορθολογικών – δρώντων να δηλώνουν απόντες.
Προβλημάτισε ποτέ την Ιταλία η εγκαθίδρυση τουρκικής ναυτικής βάσης στο μαλακό της υπογάστριο, ήτοι στη Νότια Αδριατική με εποπτεία στα Στενά του Οτράντο, καθώς και η διολίσθηση της Αλβανίας στις «νεοοθωμανικές αγκάλες»; Προς τι ο ζήλος της Ρώμης να προμηθευτεί ακόμη και πολεμικά αεροσκάφη F35, αν έχει αποφασίσει ότι θέλει να γίνει ένα «μεγάλο Λουξεμβούργο»;
Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, διατηρεί ιστορικά κοινά συμφέροντα με τους Τούρκους. Το Βερολίνο της «ευρωπαϊκής ιδέας», η «ατμομηχανή της Ευρώπης» και η «Γερμανία του πολιτισμού» πουλούσε τεθωρακισμένα στην Τουρκία, ενόσω κατήγγειλε την εισβολή της Άγκυρας στη Συρία. Όμως, αρκεί αυτό το οικονομικό όφελος για να δικαιολογηθεί η ανοχή στην εργαλειοποίηση των Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία από το καθεστώς Ερντογάν; Δικαιολογείται μια μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη να σηκώνει ομολογουμένως ένα μεγάλο μέρος του βάρους του μεταναστευτικού αλλά, όταν αποφασίζει επιτέλους να κάνει κάτι για να το σταματήσει και τα σώματα ασφαλείας της δέχονται σφαίρες στον Έβρο, αυτή να μην κάνει τίποτα; Που είναι το «κύρος» και η «αξιοπιστία», τα οποία πρέπει να διαφυλάττει;
Για τη Μεγάλη Βρετανία ούτε λόγος. Το νησάκι της Βορείου Θάλασσας έχει περιέλθει προ πολλού σε ένα φαύλο κύκλο εσωστρέφειας και «αυτοπυρπολισμού». Και αν οι χαρακτηρισμοί προφανώς ενέχουν θέση υπερβολής, δυσερμήνευτες είναι και οι αποφάσεις απεμπόλησης κεκτημένων στρατηγικών συμφερόντων σε ολόκληρη την περίμετρο της Ευρασίας, αλλά και συγκεκριμένα στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή. Πώς να ερμηνεύσει κανείς την απουσία τους από τη Λιβύη, όπου κατείχαν – διά της BP – μια ιστορικά προνομιακή θέση; Νέοι δρώντες, όπως η Τουρκία, διεκδικούν μερίδιο, αλλά το Λονδίνο εξακολουθεί να συλλέγει τα απόνερα του Brexit.
Η Γαλλία ενδεχομένως διατηρεί την πλέον αξιοπρεπή στάση, όχι επειδή αυτή συνάδει με τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, αλλά διότι το Παρίσι έχει αποφασίσει να προστατεύσει τα δικά του ζωτικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Φυσικά η γαλλική στρατηγική είναι και αυτή οριοθετημένη κατά τα μεταψυχροπολεμικά ειωθότα, ενώ και η θέση της εντός του συστήματος λήψης αποφάσεων της ΕΕ διαφυλάσσεται μέσω του σεβασμού της προς τη γερμανική πρωτοκαθεδρία. Εντούτοις, σε ζητήματα μείζονων πολιτικών και στρατηγικών συμφερόντων, η Γαλλία παραμένει πιστή στον ρόλο της.
Τα αίτια των ως άνω φαινομένων εντοπίζονται σε τρεις αλληλένδετες πτυχές μίας αλήθειας.
Μεταπολεμικά η Δυτική Ευρώπη τέθηκε υπό την αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας, γεγονός που οδήγησε σταδιακά τα κράτη της σε περιστολή των δεσμεύσεών τους και σε μια μετάλλαξη της στρατηγικής κουλτούρας τους, καθώς απέκτησαν μεγάλη ευαισθησία στο κόστος. Αρκετά χρόνια μετά τη λήψη του Ψυχρού Πολέμου, το αμερικανικό παραβάν αποσύρεται και ο Ευρωπαίος βασιλιάς προβάλει γυμνός. Εξάλλου, ο JohnMearsheimer μας είχε προειδοποιήσει εξηγώντας έγκαιρα «γιατί θα μας λείψει σύντομα ο Ψυχρός Πόλεμος», ενώ η ανυπαρξία ηγεσιών στη δύση αποτελεί το επιστέγασμα.
Απουσία στρατηγικής κουλτούρας, περιστολή της αμερικανικής δέσμευσης και υπερευαισθησία στο κόστος συναρτώμενη με απουσία ηγετικών προσωπικοτήτων συνθέτουν μια «αναμπουμπούλα», στην οποία χαίρονται διάφοροι λύκοι μεσαίας ισχύος, αλλά με βούληση, ηγεσίες και μια ευδιάκριτη κοσμοθεωρητική βάση. Η Ρωσία και η Τουρκία συνιστούν τέτοιου είδους παραδείγματα.
Είναι αναμφίλεκτο και ιστορικά εξαγόμενο το συμπέρασμα ότι, εν τέλει, ο κρατικός ορθολογισμός θα επικρατήσει. Έως τότε, όμως, θα έχουν υπάρξει νέες «Τσεχοσλοβακίες», «Πολωνίες» ή και «Φινλανδίες» του ύστερου μεσοπολέμου. Και αν τότε η εδαφική υπερεξάπλωση απαντήθηκε έστω καθυστερημένα με πλήρη αποκατάσταση, δεν είμαι βέβαιος για το βαθμό αποκατάστασης από μια πολιτική, οικονομική και πολιτισμική υπερεξάπλωση.https://www.huffingtonpost.gr/